Κόκκινο Πανί (Δημοσίευση στην Εφημερίδα Greek News 28.06.2010)

Η νέα, φετινή ειδεχθής μόδα είναι ο αποκλεισμός των κρουαζιερόπλοιων, αλλά και των ελληνικών πλοίων της γραμμής, από ομαδούλες του ΠΑΜΕ, δηλαδή του συνδικαλιστικού μετώπου του ΚΚΕ. Παντελής έλλειψη επίγνωσης πραχθέντων, παντελής έλλειψη συνείδησης, αλλά και νοημοσύνης. Με επιχείρημα την άρση του καμποτάζ και κατόπιν το ασφαλιστικό, το ΠΑΜΕ δεν επέτρεπε σε διεθνή κρουαζιερόπλοια να αποβιβάσουν χιλιάδες τουρίστες από όλο τον κόσμο στο λιμάνι του Πειραιά και μάλιστα σε αυτή την πάρα πολύ δύσκολη οικονομική φάση, την οποία διανύουμε. Χθες (23 Ιουνίου 2010), το ΠΑΜΕ έκλεισε το λιμάνι για 24 ώρες. Αυτή τη φορά όμως πήγαμε ένα βήμα παραπέρα. Κανένα πλοίο της γραμμής –ούτε ελληνικό- δε σαλπάρισε για κανέναν προορισμό. Αλλά φυσικά λόγω της έλλειψης νοημοσύνης, που λέγαμε πιο πάνω, δεν υπολογίστηκε η ταλαιπωρία 200.000 Ελλήνων και ξένων που είχαν προγραμματίσει τη μεταφορά τους για τη συγκεκριμένη μέρα, ούτε η ανάγκη των νησιών για τρόφιμα, διάφορα αγαθά, αλλά και τον ημερήσιο Τύπο, που όπως ξέρουμε μεταφέρονται με τα καράβια καθημερινά. Σήμερα –κατόπιν εορτής δηλαδή-, η Κυβέρνηση έψαχνε για ενόχους και διεμήνυε ότι δεν θα ξαναεπιτρέψει στους συνδικαλιστές να προβούν σε τέτοιου είδους ενέργειες, ενώ αναζητούνται ευθύνες στον Αρχηγό του Λιμενικού. Και φυσικά όλα αυτά μεσούντος του καλοκαιριού. Είναι σίγουρα πολύ «όμορφη» αυτή η εικόνα που δείχνουμε για τη χώρα μας. Γι’ αυτό και το ΠΑΜΕ αξίζει ένα πολύ μεγάλο μπράβο. Σα δεν ντρεπόμαστε λίγο...

Και όλα αυτά με έκαναν να σκεφτώ λίγο παραπέρα. Για το κομμουνιστικό καθεστώς, που ενώ μεριμνά θεωρητικά για το λαό και αγωνίζεται για τη δικαιοσύνη και την ισότητα και την πάταξη του καπιταλισμού και της πλουτοκρατίας, υπήρξε όσο αυταρχικό, απολυταρχικό και απάνθρωπο, όσο και ο ναζισμός. Μόνο με μια επιπρόσθετη νότα. Αυτή της υποκρισίας.

Αν ο Jose Saramago, ο Πορτογάλος συγγραφέας, που πέθανε πρόσφατα, ήταν ένας αμετανόητος Ναζί, κατά τις τελευταίες 4 δεκαετίες, δεν θα αναγνωριζόταν ποτέ διεθνώς και ίσως να μην ελάμβανε ποτέ το Nobel Λογοτεχνίας το 1998. Διάσημοι εκδοτικοί οίκοι δεν θα εξέδιδαν ποτέ τα βιβλία του, τα έργα του δε θα μεταφράζονταν ποτέ σε περισσότερες από 20 γλώσσες και ο ηγέτης της Πορτογαλίας δεν θα έλεγε ποτέ ότι «ήταν μια από τις μεγαλύτερες προσωπικότητες του πολιτισμού μας και ότι είμαστε φτωχότεροι πνευματικά».

Όμως ο Saramago δεν ήταν ένας διαβόητος Ναζιστής, αλλά ένας Κομμουνιστής. Και μάλιστα όχι μόνο κατ’ όνομα. Ο Saramago, κατά τις μεγαλύτερες αμερικανικές εφημερίδες, όπως η Washington Post, η New York Times, αλλά και το Associated Press ήταν ένας απροκάλυπτος, απόλυτος και αμετακίνητος, πραγματικός Αριστερός. Μέλος του σκληροπυρηνικού κομμουνιστικού κόμματος της Πορτογαλικής Βουλής από το 1969, ο Saramago ήταν ένας παθολογικά πεπεισμένος Κομμουνιστής, που έλεγε πάντα ότι «δεν βρήκε ποτέ απολύτως τίποτα καλύτερο, στο οποίο να μπορούσε να πιστέψει». Παρόλα αυτά, ποτέ κανείς δεν τον μεταχειρίστηκε ή δεν του συμπεριφέρθηκε σαν παρία, αλλά απλά σαν έναν άνθρωπο με ιδιαίτερη ιδιοσυγκρασία. Χωρίς ψήγμα ειρωνείας, στην αναγγελία θανάτου του που εκδόθηκε από το Associated Press, συμπεριλήφθηκε ένα σχόλιο που είχε κάνει ο συγγραφέας-πολιτικός το 1998: «Ο κόσμος συνήθιζε να λέει για μένα ότι είμαι μεν καλός, αλλά είμαι Κομμουνιστής. Τώρα λένε ότι είναι μεν Κομμουνιστής, αλλά είναι καλός.» O tempora o mores!

Κατά κάποιον τρόπο και χωρίς να μου αρέσει να βάζω ετικέτες, η ιδέα που έχω για τους Κομμουνιστές είναι εντελώς αντίθετη. Οι έννοιες του «Κομμουνιστής» και «καλός άνθρωπος» όχι μόνο δεν συμβαδίζουν, αλλά τις θεωρώ και άκρως αντίθετες. Ίσως σε παλαιότερες εποχές, ο Κομμουνισμός να εκλαμβανόταν ως ρομαντική ή ακόμα και ως αφελής ιδεολογία. Αλλά αυτά έχουν περάσει ανεπιστρεπτί, εδώ και πάρα πολλά χρόνια. Μετά το Άουσβιτς και το Μπάμπι Γιαρ, φυσικά μόνο ένας διανοητικά καθυστερημένος θα μπορούσε να είναι οπαδός του Ναζισμού. Παρένθεση ~φαίνεται ότι υπάρχουν αρκετοί από δαύτους~. Αλλά από την άλλη πλευρά, δε θα μπορούσα να πω ότι υπάρχουν καλοί και τίμιοι Κομμουνιστές. Όχι μετά τις γενοκτονίες στο Αρχιπέλαγος Γκούλαγκ, όχι μετά τις δολοφονίες στην Καμπότζη και όχι μετά το διαβόητο «Μεγάλο Βήμα Μπροστά» του Μάο, όταν μετά από τεράστιες κοινωνικές πιέσεις και βία, έχασαν τη ζωή τους περίπου 20 εκατομμύρια άνθρωποι από την πείνα που επήλθε των καταστροφικών επιδράσεων της αγροτικής κολεκτιβοποίησης. Ούτε βέβαια μετά τις μαρτυρίες των Σολζενίτσιν, Βαγιαδάρες και Πραν.

Κατά τις δεκαετίες που ακολούθησαν το 1917, ο Κομμουνισμός σφάγιασε και βασάνισε εκατομμύρια ανθρώπους ˙ προκαλώντας περισσότερα θύματα από οποιαδήποτε άλλη αιτία ή καθεστώς. Τα κομμουνιστικά καθεστώτα σε 4 ηπείρους προκάλεσαν τον θάνατο περίπου 100 εκατομμυρίων ανδρών, γυναικών και παιδιών. Το ειρωνικό είναι πως οι ψυχρές αυτές δολοφονίες και σφαγιασμοί δεν έγιναν στο όνομα ενός παράλογου ζήλου για μια πολιτική θεωρία, αλλά στο όνομα ενός ουτοπιστικού φανατισμού και ενός αδηφάγου πάθους για εξουσία.

Οι μαζικές δολοφονίες και ο τρόμος βάδιζαν πάντα χέρι-χέρι με τον Κομμουνισμό, όπως αποδεικνύεται μέσα από αρχεία και μαρτυρίες, σύμφωνα με το «Μαύρο Βιβλίο του Κομμουνισμού», του Stéphane Courtois, του περίφημου Γάλλου ιστορικού και ειδήμονα επί του καθεστώτος. Το βιβλίο αυτό που εκδόθηκε στη Γαλλία το 1997 ήταν μια εντυπωσιακή λίστα των εγκλημάτων του εν λόγω καθεστώτος και αναφέρει επί λέξει «ο τρόμος ήταν πάντα ένα από τα βασικά συστατικά του μοντέρνου Κομμουνισμού». Όπως φαίνεται, τα εγκλήματα του Κομμουνισμού και το Ολοκαύτωμα παρουσιάζουν ουσιαστικές και πραγματικές ομοιότητες, με την εξαίρεση ότι το πρώτο άρχισε πολύ νωρίτερα από το δεύτερο, διήρκησε περισσότερο και προκάλεσε τον θάνατο πολύ περισσότερων ανθρώπων.

Σήμερα, κανονικά θα πρέπει να κοιτάμε τους Κομμουνιστές όπως κοιτάμε τους Νεοναζιστές ή τους οπαδούς της Ανωτερότητας της Αρίας Φυλής. Με την ίδια απέχθεια δηλαδή. Γι’ αυτό και ο κομμουνισμός του Saramago δε θα έπρεπε να εξυμνείται, αλλά να περιφρονείται. Το γεγονός ότι υποστήριζε ένα καθεστώς δολοφονικής καταπίεσης και απανθρωπιάς για 41 συναπτά έτη θα έπρεπε να αποτελεί μια μουντζούρα στην πολιτική του φήμη.

Το αστείο είναι ότι όποιος θεωρεί ότι ο τρόμος του κομμουνιστικού καθεστώτος ανήκει στο παρελθόν, δεν έχει παρά να διαβάσει τις πιο πρόσφατες αναφορές του State Department για το status των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Βόρειο Κορέα. Στις αναφορές αυτές περιγράφονται λεπτομερώς μέθοδοι βασανισμών, ξυλοκοπήματα, ηλεκτροσόκ, δημόσιοι εξευτελισμοί, φυλακισμοί σε μικροσκοπικά κελιά, όπου οι κρατούμενοι δεν χωρούν να ξαπλώσουν, ούτε να σταθούν όρθιοι, και μάνες που αποχωρίζονται τα παιδιά τους. Ο Κομμουνισμός δεν είναι ένα καθαγιασμένο καθεστώς, που μολύνθηκε από τερατώδεις πολιτικές οντότητες. Είναι ένα τερατώδες καθεστώς, που κρύβεται πίσω από μια ελκυστική ρητορική. Τουλάχιστον ο Ναζισμός δεν έκρυβε τέτοια υποκρισία, παρόλο που ήταν εξίσου ειδεχθής και τρισάθλιος. Ο Κομμουνισμός ενσωμάτωσε την έννοια της μαζικής, ζωώδους δολοφονίας στην κυβερνητική πρακτική.

Κλείνοντας τον κύκλο των κόκκινων σκέψεών μου, επιστρέφω στην Ελλάδα. Δε θα ξεχάσω την μαύρη εκείνη Παρασκευή, όταν πέθαναν τα τρία νεαρά παιδιά εντός της Τράπεζας, από τις αναθυμιάσεις των μολότοφ που έπεφταν βροχή μες το κατάστημα. Υπήρχε στόχος. Να χυθεί αίμα. «Να καούν», ακούστηκε. «Να καεί και η Βουλή», ακούστηκε πιο μετά. Και ήταν γνωστοί, οι άγνωστοι κουκουλοφόροι…



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.