15 Ιουνίου 2011


Δημοσίευση στην εφημερίδα Greek News

Ζήσαμε μια πολύ περίεργη εβδομάδα. Ως χώρα, ως πολίτες και ως οντότητα στον διεθνή χάρτη. Το αστείο είναι ότι δε νομίζω να κατάλαβαν πολλοί τι ακριβώς έγινε και βάζω στοίχημα ότι ακόμα ούτε και άνθρωποι εντός της κυβέρνησης κατάλαβαν ή γνώριζαν τι έγινε. Η 15η Ιουνίου είχε κηρυχτεί ως ημέρα πανελλαδικής απεργίας –η οποία περιελάμβανε και τους δημοσιογράφους. Η απεργία όμως των τελευταίων ανεστάλη γύρω στις 12 το μεσημέρι, λόγω της έκτακτης επικαιρότητας.

Η ημέρα ξεκίνησε με τη γνωστή συγκέντρωση των Αγανακτισμένων στην Πλατεία Συντάγματος. Όμως σύντομα –λες και δεν το περιμέναμε να γίνει- εμφανίστηκαν οι γνωστοί-άγνωστοι, που άρχισαν και πάλι τον πόλεμο με τα ΜΑΤ, τις τράπεζες, τα παρακείμενα υπουργεία και ξενοδοχεία, καθώς και με τις βιτρίνες των κοντινών καταστημάτων. Περίπου εκείνη τη χρονική στιγμή ανεστάλη και η απεργία των ΜΜΕ και πλέον μπορούσαμε όλοι να δούμε τι ακριβώς ελάμβανε χώρα στο Σύνταγμα.

Κατόπιν, είδαμε να κυκλοφορούν διαδικτυακά βίντεο με κουκουλοφόρους που έβγαιναν από κλούβες της αστυνομίας, αλλά και κάποιον ένστολο που μετέφερε καδρόνια εντός του Εθνικού Κήπου. Ο Αρχηγός της Αστυνομίας υποστήριξε ότι ήταν κάποιος αλλοδαπός, ο οποίος είχε πληρωθεί για να προμηθεύσει τους κουκουλοφόρους με καδρόνια. Δε ξέρω πια που κρύβεται η αλήθεια και που είναι το ψέμα. Αυτό όμως για το οποίο είμαι απόλυτα σίγουρη είναι ότι όποιος πιστεύει πως οι κουκουλοφόροι δρουν αυτόνομα είναι αφελής και αλαφροΐσκιωτος. Οι γνωστοί-άγνωστοι είναι πολύ-πολύ γνωστοί, βαλτοί και φυσικά κατευθυνόμενοι. Αυτοί που τους κατεύθυναν νόμιζαν ότι έτσι θα «σπάσει» ο κόσμος στο Σύνταγμα. Το κόλπο όμως δεν έπιασε. Ο κόσμος ήταν εκείνος που τους έδιωξε. Ο κόσμος ήταν εκείνος που κατόπιν καθάρισε την πλατεία από τα μπουκάλια, τα καδρόνια και τα μάρμαρα, για να επανέλθει μέχρι αργά το βράδυ και πάλι μπροστά στη Βουλή.

Κατόπιν είδαμε τη «ζεστή» υποδοχή που επεφύλαξε ο κόσμος στις υπουργικές λιμουζίνες, με κατεύθυνση τη Βουλή. Με νεράντζια, μπουκάλια και ανοιχτές παλάμες. Η Αθήνα όμως ήταν φρούριο εκείνη την ημέρα. Ακόμη πολλοί αναρωτιούνται που βρέθηκαν όλοι αυτοί οι εκατοντάδες αστυνομικοί, που φύλασσαν το κέντρο της πόλης. Δεν άλλαξε βέβαια τίποτα. Και φυσικά ο κόσμος δεν είχε άδικο, με αυτή τη γελοία εικόνα που παρουσιάζουν πλέον όλα τα κόμματα και όλοι μηδενός εξαιρουμένου οι πολιτικοί. Η μεν αριστερά δήθεν δε συμμετέχει σε καμία συζήτηση. Ο Σαμαράς ονειρεύεται την πρωθυπουργία, αλλά ξέρουμε όλοι πολλοί καλά από το παρελθόν του ότι θα ήταν πολύ επικίνδυνος για κάτι τέτοιο. Και ο Παπανδρέου, ένα αναποφάσιστο έρμαιο.

Και κάπου εκεί χάσαμε τη μπάλα –λαϊκιστί. Κάπου εκεί δεν καταλάβαμε και πολύ καλά τι έγινε, αφού ξαφνικά ετέθη θέμα εκλογών. Ξαφνικά ετέθη θέμα ανασχηματισμού. Ξαφνικά κυκλοφόρησε η περίπτωση κυβέρνησης εθνικής ενότητας –μετά από πρόταση της Αντιπολίτευσης-, η οποία δεν θα είναι υπό τον Γιώργο Παπανδρέου. Δήθεν ακούσαμε ότι ο Πρωθυπουργός δεν ενδιαφέρεται για την «καρέκλα». Ξαφνικά μάθαμε για χρεωκοπία τον Ιούλιο. Ξαφνικά μάθαμε ότι υπάρχουν λεφτά μόνο για 15 μέρες και ότι σύντομα θα κηρυχτεί στάση πληρωμών στο Δημόσιο. Και εξίσου «ξαφνικά» βγήκε ο Πρωθυπουργός και μας ενημέρωσε ότι θα προχωρήσει σε σφοδρό ανασχηματισμό με λιτό σχήμα και κατόπιν ο Παπακωνσταντίνου, που υποστήριξε ότι όλα όσα ακούγονται είναι στη σφαίρα –λέει- της δημοσιογραφικής φαντασίας. Αλλά μετά από λίγο άρχισαν οι παραιτήσεις –πρώτα του Φλωρίδη και κατόπιν του Νασιώκα-, ενώ η ανεξαρτητοποίηση Λιάνη είχε προηγηθεί. Ενώ μετά άρχισαν όλοι να βγαίνουν και να κάνουν κάτι ακατάληπτες δηλώσεις, λες και μας ενδιέφερε το «μακρύ και το κοντό» του καθενός.

Και ο κόσμος απόρησε δικαίως. Ποιοι είναι αυτοί που μας κυβερνούν τελικά –επί συνόλω; Τι γελοία εικόνα είναι αυτή που βλέπουμε; Με εκβιασμούς, πολιτικά παιχνίδια, κρυφές συνεννοήσεις και προσυνεννοημένες και προγραμματισμένες κινήσεις; Γιατί δε νομίζω πως πιστεύει κανείς ότι όλα αυτά που έγιναν ήταν τυχαία. Ούτε το timing, ούτε οι ίδιες οι κινήσεις. Όλες οι κινήσεις. Η δήθεν προθυμία για απομάκρυνση από την πρωθυπουργία. Η δήθεν ενότητα και η συνεννόηση. Αλλά κατόπιν η ανάκληση των λεχθέντων. Ωραία εικόνα. Και δεν μιλώ για την εικόνα μας στο εξωτερικό. Αυτή την έχουμε χάσει προ πολλού. Μιλώ για την εικόνα ενός πρωθυπουργού και μιας ελεχθείσας κυβέρνησης απέναντι στον κόσμο.

Μα πραγματικά είναι δυνατόν να έφευγε ο ΓΑΠ από την πρωθυπουργία; Είναι δυνατόν στην Ελλάδα να σχηματιζόταν κυβέρνηση ενότητας; Υπήρχε περίπτωση να βρεθεί λύση την οποία να σεβαστούμε όλοι; Μα φυσικά και όχι. Οι πολιτικοί αρχηγοί ζητούν εκλογές. Μα τι άλλο θα ζητούσαν; Η καρέκλα μας καίει. Ενδιαφέρεται για εμάς κανείς; Και όσο λένε ότι τους καίει το μέλλον της Ελλάδας, τόσο πιο ανόητοι φαίνονται και τόσο πιο δύσπιστοι γινόμαστε εμείς.

Την επομένη μέρα –Σάββατο- ανακοινώθηκε ο περιβόητος –για να μην πω διαβόητος- ανασχηματισμός, που μόνο ανασχηματισμός δεν ήταν. Ήταν ακριβώς τα ίδια πρόσωπα με άλλα ρούχα. Ιδιαίτερα λιτό το σχήμα… Μόλις 8 λιγότεροι υπουργοί και ένα σωρό υφυπουργοί σε κάθε υπουργείο. Α! Και να μην ξεχνάμε. Τώρα η Ελλάδα διαθέτει πλέον 2 αντιπροέδρους –που κάνουν περίπου για 4. Ναι, το ξέρω. Ίσως και να είναι καυστικό το σχόλιο. Αλλά μήπως δεν είναι αλήθεια; Ένας πολιτικός πρέπει να είναι και να φαίνεται εγκρατής. Εγκρατής. Και εμείς στα συγκεκριμένα πρόσωπα δεν βλέπουμε απολύτως καμία εγκράτεια. Ο κύριος Πάγκαλος ιδιαιτέρως είναι ΚΑΙ λαλίστατος. Τουλάχιστον ο Ευάγγελος έχει ευφράδεια λόγου και σίγουρα φαίνεται κομμάτι πιο σοβαρός.

Και αναρωτιόμαστε. Για πολλά πράγματα πλέον. Όπως για το που ακριβώς κολλάει ο Παπακωνσταντίνου στο Υπουργείο Περιβάλλοντος. Γιατί ο Πάγκαλος –γνωστό βαρίδι για την κυβέρνηση- παρέμεινε στο κυβερνητικό σχήμα; Ο Γερουλάνος τι ακριβώς έχει προσφέρει στον τουρισμό, ώστε να παραμείνει στη θέση του; Ο Ραγκούσης πως την πάτησε έτσι; Επίσης αναρωτιόμαστε για το τι ακριβώς ελέχθη μεταξύ Σαμαρά και ΓΑΠ, έτσι ώστε να οδηγηθούμε στο ναυάγιο μιας Ενότητας που δεν επετεύχθη ποτέ; Και αναρωτιόμαστε τι ακριβώς θέλει να πετύχει ο ΓΑΠ, πέραν από μερικούς ακόμα μήνες στην εξουσία. Γιατί ας μη γελιόμαστε. Εκλογές δε θα κέρδιζε. Όχι ότι αν ήταν στο χέρι του κόσμου, θα κέρδιζε ο Σαμαράς. Αν ήταν στο χέρι μας, κανένας από δαύτους δε θα περνούσε το κατώφλι της Βουλής. Θα μου πείτε δικαίως «κάποιος δεν πρέπει να κυβερνήσει;». «Une société à la dérive», όπως είπε και ο Κορνήλιος Καστοριάδης ή με άλλα λόγια «Ακυβέρνητη Κοινωνία» -εξαιρετικό ανάγνωσμα που κυκλοφόρησε και στα Ελληνικά από τις Εκδόσεις Ευρασία, à propos.

Εμάς, λοιπόν, που μας αφήνει όλο αυτό το –ας μου επιτραπεί η έκφραση- καραγκιοζιλίκι; Γιατί για κάτι τέτοιο πρόκειται. Ενότητα, μετά όχι, παραιτήσεις, δηλώσεις, συναντήσεις στο Σούνιο –Νίκος Παπανδρέου, Σιφουνάκης, ΓΑΠ και Πάγκαλος- δήθεν σφοδροί ανασχηματισμοί, δήθεν λιτά σχήματα και ένα μεσοπρόθεσμο που αν δν ψηφιστεί τον βγάζουμε, δεν τον βγάζουμε τον Ιούλιο. Εμείς τι πρέπει να κάνουμε; Να μην το πάρουμε στα σοβαρά, γιατί αν το πάρουμε, θα καταλήξουμε όλοι μαζί στο Δαφνί; Να μεταναστεύσουμε όλοι μαζί στην Αυστραλία; Να μπουκάρουμε στη Βουλή και όποιον πάρει ο χάρος; Τι; Που να στραφούμε για ένα ψήγμα αισιοδοξίας; Σε ποιον να στραφούμε για να μας πει έναν λόγο που θα μας κάνει πιο σίγουρους για το μέλλον; Τέτοια απαξίωση απέναντι σε πολιτικά πρόσωπα πρώτη φορά νομίζω βιώνει η χώρα. Όπως και πιστεύω είναι η πρώτη φορά στα διεθνή χρονικά, που μια κυβέρνηση αναιρεί εαυτόν εντός λίγων ωρών. Φεύγω, δε φεύγω. Παίζω, δεν παίζω. Κι εμείς πιόνια. Σε ένα παιχνίδι σκακιού, που δυστυχώς ξέρουμε ότι έχει χαθεί.


Η φιλοδοξία της καρέκλας


Αμφιβάλω αν εντέλει κατάλαβε κανείς τι έγινε χθες. Ξαφνικά ετέθη θέμα εκλογών. Ξαφνικά ετέθη θέμα ανασχηματισμού. Ξαφνικά κυκλοφόρησε η περίπτωση κυβέρνησης εθνικής ενότητας, η οποία δεν θα είναι υπό τον Γιώργο Παπανδρέου. Δήθεν ακούσαμε ότι ο Πρωθυπουργός δεν ενδιαφέρεται για την «καρέκλα». Ξαφνικά μάθαμε για χρεωκοπία τον Σεπτέμβριο. Ξαφνικά μάθαμε ότι υπάρχουν λεφτά μόνο για 15 μέρες. Και εξίσου «ξαφνικά» βγήκε ο Πρωθυπουργός και μας ενημέρωσε ότι θα προχωρήσει σε ανασχηματισμό και ο Παπακωνσταντίνου ότι όλα όσα ακούγονται είναι στη σφαίρα –λέει- της δημοσιογραφικής φαντασίας.

Εμείς εντέλει δεν καταλάβαμε πως προέκυψαν όλα αυτά. Εμείς είχαμε μείνει κάπου στην πορεία στο Σύνταγμα. Κατόπιν είδαμε βίντεο με κουκουλοφόρους που έβγαιναν από κλούβες της αστυνομίας. Μετά είδαμε τη γνωστή καταστροφή της Αθήνας και είμαι σίγουρη ότι οι περισσότεροι αναρωτηθήκαμε για το τι έχει μείνει για να καεί ή γιατί τα φτιάχνουμε αφού θα ξανακαούν. Φυσικά η ιστορία με τους κουκουλοφόρους –οι οποίοι είναι 100% κατευθυνόμενοι- ήταν αναμενόμενη. Κάποια μέρα θα συνέβαινε και αυτό. Για να σπάσει λίγο ο κόσμος. Μόνο που αυτή τη φορά το κόλπο δεν έπιασε και ο κόσμος επανήλθε δριμύτερος στη θέση του στην πλατεία Συντάγματος. Και όχι μόνο αυτό, αλλά ήταν εκείνοι που έδιωξαν τους κουκουλοφόρους. Επίσης αναμενόμενη ήταν και η ρίψη μπουκαλιών, νεραντζιών και άλλων αντικειμένων στις υπουργικές λιμουζίνες. Και φυσικά ο κόσμος δεν έχει άδικο, με αυτή τη γελοία εικόνα που παρουσιάζουν πλέον όλα τα κόμματα. Η μεν αριστερά δήθεν δε συμμετέχει σε καμία συζήτηση. Ο Σαμαράς ονειρεύεται την πρωθυπουργία, αλλά ξέρουμε όλοι πολλοί καλά από το παρελθόν του ότι θα ήταν πολύ επικίνδυνος για κάτι τέτοιο. Και ο Παπανδρέου μια δηλώνει ότι δεν τον ενδιαφέρει ο θώκος και ότι μπορεί να προχωρήσει σε κυβέρνηση ενότητας –όχι ότι αυτό αποτελεί ιδανική λύση- και μετά βγαίνει και εκβιάζει για μια ακόμα φορά τη Βουλή, λέγοντας ότι θα κάνω ανασχηματισμό και θα ζητήσω ψήφο εμπιστοσύνης.

Και ο κόσμος απορεί. Ποιοι είναι αυτοί που μας κυβερνούν –επί συνόλω; Τι γελοία εικόνα είναι αυτή που βλέπουμε; Με εκβιασμούς, πολιτικά παιχνίδια, κρυφές συνεννοήσεις και προσυνεννοημένες και προγραμματισμένες κινήσεις; Γιατί δε νομίζω πως πιστεύει κανείς ότι όλα αυτά που έγιναν χθες ήταν τυχαία. Ούτε το timing, ούτε οι ίδιες οι κινήσεις. Όλες οι κινήσεις. Η δήθεν προθυμία για απομάκρυνση από την πρωθυπουργία. Η δήθεν ενότητα και η συνεννόηση.

Μα πραγματικά είναι δυνατόν να έφευγε ο ΓΑΠ από την πρωθυπουργία; Είναι δυνατόν στην Ελλάδα να σχηματιζόταν κυβέρνηση ενότητας; Υπήρχε περίπτωση να βρεθεί λύση την οποία να σεβαστούμε όλοι; Μα φυσικά όχι. Οι πολιτικοί αρχηγοί ζητούν εκλογές. Μα τι άλλο θα ζητούσαν; Η καρέκλα μας καίει. Ενδιαφέρεται για εμάς κανείς; Για εμάς που σήμερα καλούμαστε να επιστρέψουμε στις δουλειές μας χωρίς να ξέρουμε αν υπάρχει αύριο για αυτή τη χώρα;

Ο «παραλογισμός» του «θεάτρου»

Δημοσίευση στην ειδησεογραφική ιστοσελίδα http://www.statesmen.gr/


Η ένταξη στο ευρώ, οι κοινές νομισματικές, αγροτικές και λοιπές πολιτικές και εν γένει αυτή η «σύμπνοια» που –δήθεν- διέπει την Ευρώπη, αναρωτιέμαι πολλές φορές αν έχει κάνει καλό στην Ελλάδα. Ναι, σίγουρα πήραμε πολλές επιδοτήσεις. Όμως εντέλει αυτές οι επιδοτήσεις πήγαν υπέρ πίστεως πολιτικών, από ότι έγινε σαφές. Από την άλλη, το ευρώ μας τσάκισε, καθότι πλέον αυτό που ήταν κάποτε οι 345 δραχμές με τίποτα δεν αντιστοιχεί στο σημερινό 1 ευρώ. Η έστω υποτυπώδης βιομηχανική ανάπτυξη της χώρας εξαφανίστηκε. Από τις πολλές στρογγυλοποιήσεις, οι τιμές πήγαν στα ύψη. Η αγροτική πολιτική έπαψε να έχει την αυτονομία και συνεπώς την ευελιξία της. Και φυσικά ας μην ξεχνάμε ότι ποτέ –μα ποτέ- δεν είχαμε απολύτως καμία υποστήριξη, ούτε εγγύηση για την κατάσταση στο Αιγαίο. Α! όχι ξέχασα! Είχαμε. Ήταν τα υποβρύχια που έγερναν, τα Mirage και τα F16! Και εντέλει καπελωθήκαμε και το μνημόνιο για να καλύψουμε αυτά που όλοι «τρώγα-ΜΕ?» όλα αυτά τα χρόνια.

Έρχεται, λοιπόν, ο Γερμανός –ο οποιοσδήποτε Γερμανός- τώρα και μας λέει τεμπέληδες, μας λέει να πουλήσουμε νησιά (πρώτος παραλογισμός), μας λέει να κόψουμε συντάξεις (δεύτερος παραλογισμός), μισθούς, επιδόματα και διακοπές (τρίτος παραλογισμός). Ναι. Πρόκειται για τον ίδιο Γερμανό που πριν από 70 περίπου χρόνια κατέστρεψε στην κυριολεξία όλη την Ευρώπη (τέταρτος παραλογισμός), σκότωσε εκατομμύρια αθώους ανθρώπους, στο όνομα της Αρίας Φυλής (πέμπτος παραλογισμός) και εντέλει δεν μας πλήρωσε και τίποτα, γιατί δεν έγινε και τίποτα. Και επειδή γνωρίζω και εκ των έσω τη Γερμανία, ας ξεκαθαρίσουμε επιτέλους ότι οι Έλληνες –ακόμα και βάσει επίσημων Στατιστικών Μελετών- δουλεύουν πολύ περισσότερο από τους Γερμανούς.

Οι ίδιοι Γερμανοί με την παρέα τους –που εμείς βέβαια καλέσαμε- ήρθαν για 2 μέρες εδώ, κατανόησαν δήθεν πλήρως το επίπεδο και τις συνθήκες διαβίωσης που επικρατούν στην Ελλάδα –με την αδιανόητη ακρίβεια και τους χαμηλότατους μισθούς-, μελέτησαν το πολιτικό και φορολογικό σύστημα, καθώς και τους δημόσιους οργανισμούς, και προέβησαν στις εξής πανέξυπνες λύσεις. Να κόψουμε λέει τις συντάξεις –για τις οποίες οι άνθρωποι έχουν ήδη φορολογηθεί και τις οποίες φυσικά έχουν δουλέψει-, να αυξήσουμε τους φόρους –να πάνε που? Που σε λίγο θα πληρώνουμε το οξυγόνο που αναπνέουμε-, να πληρώνουν λέει οι υψηλόμισθοι φόρο αλληλεγγύης –δηλαδή στην Ελλάδα ο ένας θα πληρώνει τον άλλον, για να βγούμε από την κρίση-, να εφαρμόσουμε διαφορετικό αφορολόγητο για τον ελεύθερο επαγγελματία –που ουσιαστικά σε αυτόν στηρίζεται η ανάπτυξη- και να κατεβάσουμε τον βασικό μισθό –πόσο ακόμα, που στην Αμερική 500 ευρώ παίρνει κάποιος που δουλεύει part time 10 ώρες τη βδομάδα. Αυτά, εκτός όλων των άλλων.

Το τραγελαφικό είναι ότι με όλα τα μέτρα που έχουν ήδη ληφθεί, το έλλειμμα στον προϋπολογισμό όχι μόνο δεν κατέβηκε, αλλά ανέβηκε κιόλας! Αυτό όμως δεν πτόησε τα εξυπνοπούλια της τρόικας, που επανήλθαν δριμύτεροι με χειρότερα μέτρα, τα οποία είμαστε σίγουροι ότι θα αποδώσουν στο λεπτό. Πριν καν εφαρμοστούν!

Λένε διαρκώς πόσα μπορούμε να αντέξουμε και πόσα θα αντέξουμε. Το θέμα δεν είναι πόσα μπορούμε να αντέξουμε. Ποτέ κανείς δεν είναι εις θέσιν να ξέρει τα όριά του. Ένα πιάτο φακή θα βρούμε να φάμε. Το ερώτημα είναι το εξής. Εκεί θέλουν να μας φτάσουν; Πίσω στην Κατοχή; Ίσως για να βγει μια νέα Συνθήκη Λωζάννης ή Σεβρών, για να μοιράσουμε καλύτερα το Αιγαίο, τη Θράκη, τη Μακεδονία και τη Βόρεια Ήπειρο; Αυτό ισχύει ουσιαστικά, έτσι δεν είναι; Για να τελειώσει πλέον το θέατρο, βγείτε να το ομολογήσετε τουλάχιστον!


Η κατανόηση του όρου «πολιτικό κόστος»

Δημοσίευση στην δημοσιογραφική ιστοσελίδα http://www.statesmen.gr/


Ακούμε διαρκώς τον πρωθυπουργό –αλλά και πληθώρα βουλευτών της κυβέρνησης- να μιλά περί πολιτικού κόστους. Και για να είμαι ακριβής, επαναλαμβάνει τη φράση: «Δεν φοβόμαστε το πολιτικό κόστος». Και ειλικρινά αρκετοί από εμάς έχουμε αρχίσει να αναρωτιόμαστε για το αν οι 300 γνωρίζουν και κατανοούν την φράση πολιτικό κόστος, καθώς και τη χρήση, την έννοια και τη χροιά της. Ταυτόχρονα, επιβεβαιώνουμε πως όλοι αυτοί που εμείς έχουμε ψηφίσει δεν είναι –όπως έχουμε ξαναπεί- πραγματικά κομμάτια αυτής της κοινωνίας, αλλά λειτουργούν σα ξεκάρφωτα όντα, χωρίς αίσθηση, συναίσθηση και κατανόηση της κατάστασης, την οποία όλοι εμείς οι υπόλοιποι βιώνουμε.

Τι σημαίνει πολιτικό κόστος; Είναι δύσκολη η κατανόηση του όρου, εμείς έχουμε χαζέψει ή προσπαθούν με τη βία να μας χαζέψουν; Είναι διττή η σημασία του ή μήπως πίσω από τις λέξεις δεν κρύβεται απολύτως τίποτα, παρά το προφανές; Όταν η φράση πολιτικό κόστος εξέρχεται από το στόμα της κυβέρνησης ή της αντιπολίτευσης ή οποιουδήποτε κόμματος σημαίνει κάτι πολύ απλό. Ειδικά όταν κείτεται στο συγκείμενο «δεν φοβόμαστε…». «Δεν φοβάμαι το πολιτικό κόστος» σημαίνει ότι «δεν με ενδιαφέρει αν θα με ξαναψηφίσετε».

Μεταξύ μας, δεν μας ενδιαφέρει ούτε εμάς –έτσι όπως έχουν φτάσει τα πράγματα- να ψηφίσουμε τον οιονδήποτε από όσους βρίσκονται αυτή τη στιγμή στην Πλατεία Συντάγματος. Η αλήθεια είναι ότι αν ήταν στο χέρι μας, δε θα θέλαμε ούτε και να τους ξαναδούμε. Και αυτούς, αλλά και τους προηγούμενους. Το θέμα όμως δεν είναι αυτό.

Το θέμα, κύριοι της Πλατείας Συντάγματος, δεν είναι ο πρωθυπουργικός ή ο βουλευτικός θώκος, ο οποίος δεν σας ενδιαφέρει αν θα τον επανακτήσετε. Το θέμα δεν είναι αν θα ξαναβγείς στην εξουσία. Το θέμα δεν είναι αν θα θελήσει ή όχι ο κόσμος να σε ξαναψηφίσει, βάσει των αποφάσεών σου. Το ποιόν, το ήθος και τις πρακτικές των πολιτικών των τελευταίων δεκαετιών τις έχουμε ζήσει και αυτή τη στιγμή βιώνουμε τον σφοδρότατα αρνητικό τους αντίκτυπο. Το τελευταίο, λοιπόν, πράγμα για το οποίο πρέπει να κάνετε λόγο είναι το πολιτικό κόστος, αφού για εμάς είστε αναγκαίο κακό και όχι λύση, ούτε καν επιλογή.

Το θέμα -πολύ απλά- είναι να ληφθούν οι σωστές, συνετές, αλλά και με αυτοπεποίθηση αποφάσεις που θα βγάλουν την Ελλάδα από το αδιέξοδο, που εσείς προκαλέσατε. Εκτός αν με τη φράση «δεν φοβάμαι το πολιτικό κόστος» υπονοείτε ουσιαστικά μια άλλη διαβόητη φράση: «το νίπτω τας χείρας μου». Μετάφραση: εγώ θα πάρω ό,τι αποφάσεις νομίζω, ως κυβέρνηση, και ό,τι είναι να γίνει ας γίνει. Θα πουλήσω νησιά, θα υποθηκεύσω την Ελλάδα για 40 χρόνια, θα πάω το ΦΠΑ στο 50%, θα κόψω στο 1/3 των συντάξεων, θα αυξήσω κατά 50% τους φόρους, θα ορίσω ως κατώτατο μισθό τα 100 ευρώ, θα καταργήσω εντελώς το αφορολόγητο, θα κόψω τα εφάπαξ, θα τσακίσω τον ελεύθερο επαγγελματία και θα διαλύσω τις ελπίδες των νέων για δουλειά, αλλά δεν με ενδιαφέρει αν με ξαναψηφίσετε. Αυτό δεν εννοείτε; Όχι; Η συναίσθηση των λεχθέντων που λέγαμε...

ESC… ESC*…

Δημοσίευση στην εφημερίδα Greek News

 
Ψάχνοντας απελπισμένα για μια διέξοδο. Από την Αθήνα, τους αγανακτισμένους, τους μετανάστες, την ακρίβεια, τα γκρι κτίρια, την κίνηση, την αγένεια, τις κλεψιές, τις δολοφονίες, το άγχος του parking, το «πολιτικό κόστος», τη γκρίνια, την τρόικα, τον ΦΠΑ, τον Παπακωνσταντίνου, τον Παπανδρέου, τον Σαμαρά και τον υπόλοιπο θίασο των απίστευτα θλιβερών προσώπων και καταθλιπτικών καταστάσεων που ζούμε.

Ως από μηχανής… μια πρόσκληση του Ιονίου Πανεπιστημίου για το Φεστιβάλ Οπτικοακουστικών Τεχνών στο πανέμορφο νησί των Φαιάκων, το οποίο και είχα να επισκεφτώ πάρα πολλά χρόνια. Τα Επτάνησα για εμάς τους Αθηναίους πέφτουν λίγο μακριά και με την μετακόμιση του αεροδρομίου από το Ελληνικό στα Σπάτα, τα πράγματα δυσκόλεψαν ακόμα περισσότερο. Παρόλα αυτά, πρόκειται για νησιά άμετρου φυσικού κάλλους, με μοναδικές παραλίες, εκπληκτική κουζίνα, πράσινο και ένα ενετικό distant flair, που τους προσδίδει μια ιδιαίτερη και νοσταλγική γοητεία.

Με χαρά –όσο οξύμωρο κι αν ακούγεται- ανακάλυψα πως δε θυμόμουν απολύτως τίποτα από το νησί. Δεν θυμόμουν τα υπέροχα κτίρια με τις φαινομενικά κατεστραμμένες προσόψεις, που δίνουν όμως στην πόλη ένα πολύ ξεχωριστό στυλ. Δεν θυμόμουν τα βενετσιάνικα μνημεία, με τα υπέροχα αγάλματα που στολίζουν τις μεγαλύτερες πλατείες την πόλης. Δεν θυμόμουν το Λιστόν, με τα δεκάδες καφέ και τα εστιατόρια στις τεράστιες τοξωτές στοές. Δεν θυμόμουν το Κανόνι με την εκπληκτική θέα στο μοναστήρι της Βλαχέρνας και το Ποντικονήσι. Δε θυμόμουν την εξαίσιας φυσικής ομορφιάς Παλαιοκαστρίτσα.

Έχοντας γυρίσει δεκάδες νησιά, μπορώ να πω με σιγουριά πως η Κέρκυρα είναι ένα από τα γοητευτικότερα. Ίσως είναι η αρχιτεκτονική. Ίσως είναι η έντονη επιρροή Ενετών, Γάλλων και Άγγλων. Ίσως είναι τα δαιδαλώδη παραδοσιακά καντούνια. Ίσως είναι η τραγουδιστή εκφορά του λόγου των ντόπιων. Ίσως είναι οι πολύ φιλόξενοι κάτοικοι. Ίσως είναι η υπέροχη τοπική κουζίνα. Ίσως είναι οι μαγευτικές παραλίες. Δεν ξέρω αν μπορώ να το προσδιορίσω και ίσως this is part of its charm.

Η πόλη της Κέρκυρας είναι σα μια μεσαιωνική πολιτεία. Μερικές φορές περπατώντας, νιώθεις πως είσαι στη Φλωρεντία. Τη Σιένα. Ακόμα και τη Νάπολη ή τη Σικελία. Βενετσιάνικα φρούρια, παλιές εκκλησιές –από τον 16ο αιώνα-, σημαντικά μνημεία εντυπωσιακής αρχιτεκτονικής, αλλά και μοναδικές πλατείες -όπως η Σπινιάδα-, το Μον Ρεπό, το σπίτι του Σολωμού, η Δημόσια Βιβλιοθήκη και το Δημαρχείο. Τριγυρνώντας στα καντούνια, χαζεύεις την ζωή των ανθρώπων. Τετραώροφα και πενταώροφα παμπάλαια κτίρια, με ξύλινα παντζούρια και σκουριασμένους μεντεσέδες, με φθαρμένες προσόψεις, απλωμένα ρούχα σε σκοινιά που ενώνουν το ένα σπίτι με το απέναντι, πολλά μικρά μαγαζιά με τοπικά προϊόντα, σουβενίρ, ακριβές μπουτίκ, εστιατόρια χαμένα σε ξεχασμένες πλατείες.

Το Λιστόν αποτελεί ίσως τον πιο δημοφιλή πόλο έλξης ντόπιων και ξένων. Η οικοδόμησή του, που ξεκίνησε μεταξύ 1807 και 1814 σε σχέδια του Γάλλου μηχανικού Ματιέ ντε Λεσέψ –που ήταν ο πατέρας του κατασκευαστή της Διώρυγας του Σουέζ-, βασίστηκε στα πρότυπα της διάσημης οδού De Rivoli του Παρισιού. Αργότερα, όπως διάβασα, οι Βρετανοί επέκτειναν τις τοξοστοιχίες και προσέθεσαν ορόφους, οι οποίοι σήμερα φιλοξενούν σπίτια και γραφεία. Θεωρείται, δε, και είναι φυσικά η πιο ακριβή περιοχή της πόλης. Από εκεί ακριβώς περνούν οι διάσημες Φιλαρμονικές του νησιού, αλλά και οι λιτανείες του Αγίου Σπυρίδωνα. Το πιο περίεργο από όλα βέβαια είναι η προέλευση της ονομασίας «Λιστόν» (που γράφεται έτσι ακριβώς). Στη βενετσιάνικη διάλεκτο Lista σημαίνει φαρδύς και ίσιος δρόμος περιπάτου. Ταυτόχρονα όμως σημαίνει και Ξύλινος Πήχης, στον οποίο αναγράφονταν κατάλογοι. Έτσι, λοιπόν, όπως έχει επικρατήσει το Λιστόν έλαβε αυτή την ονομασία, αφού εκεί ήταν ανηρτημένος ένας κατάλογος με τα ονόματα των ευγενών –το περίφημο libro d’ oro-, οι οποίοι είχαν το δικαίωμα να απολαμβάνουν τον περίπατό τους στον πανέμορφο αυτό δρόμο!

Πολύ κοντά στην πόλη βρίσκεται το Κανόνι, από όπου μπορεί κανείς να θαυμάσει τη μαγευτική θέα του μοναστηριού της Βλαχέρνας. Από εκεί ξεκινούν και τα καραβάκια που με 2.50 ευρώ σε πάνε στο Ποντικονήσι –ονομασία που φυσικά δεν έχει καμία σχέση με ποντίκια, αλλά με το λιλιπούτειο μέγεθός του. Θεωρείται φυσικό μνημείο, γι’ αυτό και απαγορεύεται η είσοδος και η παραμονή εκεί, για να μην καταστραφεί το περιβάλλον. Το μοναστήρι που βρίσκεται εκεί –η Μεταμόρφωση του Σωτήρος- ανοίγει τις πύλες του στο κοινό μόνο στις 6 Αυγούστου! Σύμφωνα με τους μύθους, το Ποντικονήσι ήταν στην πραγματικότητα το καράβι του Οδυσσέα, το οποίο κατά τη διάρκεια μιας καταιγίδας ο Ποσειδώνας μετέτρεψε στον καταπράσινο βράχο που βλέπουμε όλοι σήμερα! Και μας αρέσουν οι μύθοι…

Η θέα από το Κανόνι κόβει την ανάσα, καθώς τα σμαραγδένια νερά του Ιονίου λαμπυρίζουν στον καυτό ήλιο, τα καταπράσινα δέντρα φτάνουν μέχρι το νερό, τα καϊκάκια που πηγαινόρχονται είναι σα να ίπτανται και στο βάθος ο θρυλικός βράχος. Εκεί ακριβώς, στην μικρή πλατεία με το κανόνι, που χρονολογείται από το 1798, μπορεί κανείς να παρακολουθήσει και τις προσγειώσεις και απογειώσεις των αεροπλάνων, μόλις μερικά μέτρα πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας, στο παρακείμενο διεθνές αεροδρόμιο του νησιού.

Στο βόρειο μέρος του νησιού υπάρχει ένα πολύ περίεργο χωριό, χτισμένο στις καταπράσινες πλαγιές του Παντοκράτορα. Το χωριό αυτό είναι… φάντασμα, αφού κανείς δε μένει πλέον εκεί. Στα λιθόστρωτα μονοπάτια ακούγονται παιδικές φωνές και θαρρείς ότι κάποιος γέροντας θα φανεί από την παλιά εκκλησιά ή από κάποιο πέτρινο αρχοντικό. Αλλά εις μάτην. Πριν 30 περίπου χρόνια το άλλοτε πλούσιο κεφαλοχώρι εγκαταλείφθηκε. Σύμφωνα με κάποια εκδοχή, όλοι οι κάτοικοι προσβλήθηκαν από κάποια λοιμώδη ασθένεια και όσοι γλύτωσαν μετακόμισαν. Σήμερα, μια βόλτα στα χορταριασμένα σοκάκια είναι ένα μυστηριώδες ταξίδι στο χρόνο. Εντυπωσιακά αρχοντικά με θυρεούς και σκαλιστά οικόσημα, το ροζ καμπαναριό της εκκλησιάς που βρίσκεται στην είσοδο του χωριού, τα γκρίζα κτίρια με τα παράθυρα που χάσκουν στο κενό. Περίεργη τοποθεσία, σε μια αθέατη από τη θάλασσα πλαγιά του βουνού, εξαιρετικά δύσβατη και δυσπρόσιτη.

Το Μον Ρεπό βρίσκεται σε μια εξίσου εντυπωσιακή τοποθεσία, με απρόσκοπτη θέα στη θάλασσα. Ναι, είναι εκεί που έζησε η Αυτοκράτειρα της Αυστροουγγαρίας Ελισάβετ… also known as Σίσσυ! Ένα πανέμορφο παλάτι, με υπέροχους κήπους και 2.000 διαφορετικά είδη φυτών, ανοίγματα αποικιακού ρυθμού με έντονα όμως ελληνικά και νεοκλασικά στοιχεία. Εκείνο όμως που δεσπόζει είναι το εξαίσιο άγαλμα του Αχιλλέα. Το «Αχιλλέας Θνήσκων», όπως λέγεται, που φιλοτεχνήθηκε από τον Χέρτερ. Ενώ, αργότερα ο Κάιζερ τοποθέτησε ένα ακόμα άγαλμα του Αχιλλέα, αυτή τη φορά κολοσσιαίο, στο μπροστινό μέρος του κτήματος.

Πάντως ο επίλογος αυτής της εικονικής βόλτας θα είναι γλυκόπικρος, ως είθισται, αφού παρατήρησα διάφορες «αξιοπερίεργες» καταστάσεις κατά τη διάρκεια της διαμονής μου.

Πρώτον, πως από ότι φαίνεται αυτή η αίσθηση πανικού που έχει κυριεύσει εμάς τους Αθηναίους σχετικά με την οικονομική κρίση, την τρόικα, την ακρίβεια και όλα αυτά τα πανέμορφα, δεν έχει αγγίξει την περιφέρεια. Και όπως είπε ένας φίλος και συνεργάτης: «Για εμάς δεν κάνει διαφορά. Με λίγα ζούσαμε. Με λίγα θα ζούμε. Εσείς γιατί τρελαίνεστε έτσι εκεί κάτω;». Και είναι αλήθεια. Αν παρατηρήσει κανείς πως ζουν και πως συμπεριφέρονται οι άνθρωποι της περιφέρειας και μετά τους συγκρίνει με τους Αθηναίους, σίγουρα θα νιώσει ότι οι τελευταίοι πάσχουν από μανιοκατάθλιψη, to say at least.

Δεύτερον, -και αυτό ήταν κάτι που με χαροποίησε ιδιαίτερα- ήταν ότι το νησί έπηζε από τουρίστες. Στην κυριολεξία. Τα κρουαζιερόπλοια έδεναν το ένα μετά το άλλο. Άγγλοι, Γάλλοι, Αμερικανοί, Γερμανοί (οι οποίοι παρεμπιπτόντως μας έχουν κουράσει πάρα πολύ με τους παραλογισμούς στους οποίους συχνά προσφεύγουν. Βλέπε: «Πουλήστε νησιά»), Ιταλοί και πολλοί Σκανδιναβοί. Τα εστιατόρια ήταν γεμάτα και τα μπαράκια το ίδιο. Ενώ και οι παραλίες το ΣΚ ήταν γεμάτες κόσμο.

Άφησα το χειρότερο για το τέλος όμως. Δεν είναι ότι κρατώ αυτό από το ταξίδι. Είναι όμως ενδεικτικό της ψυχολογίας των ανθρώπων κάποιων τμημάτων της περιφέρειας. Ο ταξιτζής –και δεν ήταν ο μόνος από τον όποιο ελέχθη η επόμενη ατάκα- που μας μετέφερε από το αεροδρόμιο στο πανεπιστήμιο μας είπε: «Έτσι όπως μας έχουν ξεχασμένους –για να μην πούμε καμιά άλλη λέξη- καλύτερα να μας ξανάδιναν στους Ιταλούς. Και ακόμα καλύτερα, ας ήταν η Κέρκυρα ανεξάρτητο κράτος. Ποτέ δεν καταλάβαμε την Ένωση με την Ελλάδα. Η Ελλάδα μας έχει ξεχάσει. Τίποτα δεν έχουν κάνει. Τίποτα δεν έχουν βελτιώσει. Η πόλη έχει συμπεριληφθεί στον Κατάλογο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO για την ταυτότητα και τον ιδιαίτερο χαρακτήρα της. Αλλά νομίζετε ότι συγκίνησε κανέναν αυτό; Όχι…». Και… όχι… η αλήθεια είναι ότι δε νομίζουμε πως συγκίνησε κάποιον αυτό. Όπως τελευταία κανείς δεν συγκινείται με τίποτα. Η ιστορία, ο πολιτισμός και η μοναδική κουλτούρα αυτού του τόπου δεν φαίνεται να εμπνέει και να συγκινεί πλέον κανέναν. Και είναι τόσο κρίμα…


*(escape)