Δημοσίευση στην εφημερίδα Greek News
Ψάχνοντας απελπισμένα για μια διέξοδο. Από την Αθήνα, τους αγανακτισμένους, τους μετανάστες, την ακρίβεια, τα γκρι κτίρια, την κίνηση, την αγένεια, τις κλεψιές, τις δολοφονίες, το άγχος του parking, το «πολιτικό κόστος», τη γκρίνια, την τρόικα, τον ΦΠΑ, τον Παπακωνσταντίνου, τον Παπανδρέου, τον Σαμαρά και τον υπόλοιπο θίασο των απίστευτα θλιβερών προσώπων και καταθλιπτικών καταστάσεων που ζούμε.
Ως από μηχανής… μια πρόσκληση του Ιονίου Πανεπιστημίου για το Φεστιβάλ Οπτικοακουστικών Τεχνών στο πανέμορφο νησί των Φαιάκων, το οποίο και είχα να επισκεφτώ πάρα πολλά χρόνια. Τα Επτάνησα για εμάς τους Αθηναίους πέφτουν λίγο μακριά και με την μετακόμιση του αεροδρομίου από το Ελληνικό στα Σπάτα, τα πράγματα δυσκόλεψαν ακόμα περισσότερο. Παρόλα αυτά, πρόκειται για νησιά άμετρου φυσικού κάλλους, με μοναδικές παραλίες, εκπληκτική κουζίνα, πράσινο και ένα ενετικό distant flair, που τους προσδίδει μια ιδιαίτερη και νοσταλγική γοητεία.
Με χαρά –όσο οξύμωρο κι αν ακούγεται- ανακάλυψα πως δε θυμόμουν απολύτως τίποτα από το νησί. Δεν θυμόμουν τα υπέροχα κτίρια με τις φαινομενικά κατεστραμμένες προσόψεις, που δίνουν όμως στην πόλη ένα πολύ ξεχωριστό στυλ. Δεν θυμόμουν τα βενετσιάνικα μνημεία, με τα υπέροχα αγάλματα που στολίζουν τις μεγαλύτερες πλατείες την πόλης. Δεν θυμόμουν το Λιστόν, με τα δεκάδες καφέ και τα εστιατόρια στις τεράστιες τοξωτές στοές. Δεν θυμόμουν το Κανόνι με την εκπληκτική θέα στο μοναστήρι της Βλαχέρνας και το Ποντικονήσι. Δε θυμόμουν την εξαίσιας φυσικής ομορφιάς Παλαιοκαστρίτσα.
Έχοντας γυρίσει δεκάδες νησιά, μπορώ να πω με σιγουριά πως η Κέρκυρα είναι ένα από τα γοητευτικότερα. Ίσως είναι η αρχιτεκτονική. Ίσως είναι η έντονη επιρροή Ενετών, Γάλλων και Άγγλων. Ίσως είναι τα δαιδαλώδη παραδοσιακά καντούνια. Ίσως είναι η τραγουδιστή εκφορά του λόγου των ντόπιων. Ίσως είναι οι πολύ φιλόξενοι κάτοικοι. Ίσως είναι η υπέροχη τοπική κουζίνα. Ίσως είναι οι μαγευτικές παραλίες. Δεν ξέρω αν μπορώ να το προσδιορίσω και ίσως this is part of its charm.
Η πόλη της Κέρκυρας είναι σα μια μεσαιωνική πολιτεία. Μερικές φορές περπατώντας, νιώθεις πως είσαι στη Φλωρεντία. Τη Σιένα. Ακόμα και τη Νάπολη ή τη Σικελία. Βενετσιάνικα φρούρια, παλιές εκκλησιές –από τον 16ο αιώνα-, σημαντικά μνημεία εντυπωσιακής αρχιτεκτονικής, αλλά και μοναδικές πλατείες -όπως η Σπινιάδα-, το Μον Ρεπό, το σπίτι του Σολωμού, η Δημόσια Βιβλιοθήκη και το Δημαρχείο. Τριγυρνώντας στα καντούνια, χαζεύεις την ζωή των ανθρώπων. Τετραώροφα και πενταώροφα παμπάλαια κτίρια, με ξύλινα παντζούρια και σκουριασμένους μεντεσέδες, με φθαρμένες προσόψεις, απλωμένα ρούχα σε σκοινιά που ενώνουν το ένα σπίτι με το απέναντι, πολλά μικρά μαγαζιά με τοπικά προϊόντα, σουβενίρ, ακριβές μπουτίκ, εστιατόρια χαμένα σε ξεχασμένες πλατείες.
Το Λιστόν αποτελεί ίσως τον πιο δημοφιλή πόλο έλξης ντόπιων και ξένων. Η οικοδόμησή του, που ξεκίνησε μεταξύ 1807 και 1814 σε σχέδια του Γάλλου μηχανικού Ματιέ ντε Λεσέψ –που ήταν ο πατέρας του κατασκευαστή της Διώρυγας του Σουέζ-, βασίστηκε στα πρότυπα της διάσημης οδού De Rivoli του Παρισιού. Αργότερα, όπως διάβασα, οι Βρετανοί επέκτειναν τις τοξοστοιχίες και προσέθεσαν ορόφους, οι οποίοι σήμερα φιλοξενούν σπίτια και γραφεία. Θεωρείται, δε, και είναι φυσικά η πιο ακριβή περιοχή της πόλης. Από εκεί ακριβώς περνούν οι διάσημες Φιλαρμονικές του νησιού, αλλά και οι λιτανείες του Αγίου Σπυρίδωνα. Το πιο περίεργο από όλα βέβαια είναι η προέλευση της ονομασίας «Λιστόν» (που γράφεται έτσι ακριβώς). Στη βενετσιάνικη διάλεκτο Lista σημαίνει φαρδύς και ίσιος δρόμος περιπάτου. Ταυτόχρονα όμως σημαίνει και Ξύλινος Πήχης, στον οποίο αναγράφονταν κατάλογοι. Έτσι, λοιπόν, όπως έχει επικρατήσει το Λιστόν έλαβε αυτή την ονομασία, αφού εκεί ήταν ανηρτημένος ένας κατάλογος με τα ονόματα των ευγενών –το περίφημο libro d’ oro-, οι οποίοι είχαν το δικαίωμα να απολαμβάνουν τον περίπατό τους στον πανέμορφο αυτό δρόμο!
Πολύ κοντά στην πόλη βρίσκεται το Κανόνι, από όπου μπορεί κανείς να θαυμάσει τη μαγευτική θέα του μοναστηριού της Βλαχέρνας. Από εκεί ξεκινούν και τα καραβάκια που με 2.50 ευρώ σε πάνε στο Ποντικονήσι –ονομασία που φυσικά δεν έχει καμία σχέση με ποντίκια, αλλά με το λιλιπούτειο μέγεθός του. Θεωρείται φυσικό μνημείο, γι’ αυτό και απαγορεύεται η είσοδος και η παραμονή εκεί, για να μην καταστραφεί το περιβάλλον. Το μοναστήρι που βρίσκεται εκεί –η Μεταμόρφωση του Σωτήρος- ανοίγει τις πύλες του στο κοινό μόνο στις 6 Αυγούστου! Σύμφωνα με τους μύθους, το Ποντικονήσι ήταν στην πραγματικότητα το καράβι του Οδυσσέα, το οποίο κατά τη διάρκεια μιας καταιγίδας ο Ποσειδώνας μετέτρεψε στον καταπράσινο βράχο που βλέπουμε όλοι σήμερα! Και μας αρέσουν οι μύθοι…
Η θέα από το Κανόνι κόβει την ανάσα, καθώς τα σμαραγδένια νερά του Ιονίου λαμπυρίζουν στον καυτό ήλιο, τα καταπράσινα δέντρα φτάνουν μέχρι το νερό, τα καϊκάκια που πηγαινόρχονται είναι σα να ίπτανται και στο βάθος ο θρυλικός βράχος. Εκεί ακριβώς, στην μικρή πλατεία με το κανόνι, που χρονολογείται από το 1798, μπορεί κανείς να παρακολουθήσει και τις προσγειώσεις και απογειώσεις των αεροπλάνων, μόλις μερικά μέτρα πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας, στο παρακείμενο διεθνές αεροδρόμιο του νησιού.
Στο βόρειο μέρος του νησιού υπάρχει ένα πολύ περίεργο χωριό, χτισμένο στις καταπράσινες πλαγιές του Παντοκράτορα. Το χωριό αυτό είναι… φάντασμα, αφού κανείς δε μένει πλέον εκεί. Στα λιθόστρωτα μονοπάτια ακούγονται παιδικές φωνές και θαρρείς ότι κάποιος γέροντας θα φανεί από την παλιά εκκλησιά ή από κάποιο πέτρινο αρχοντικό. Αλλά εις μάτην. Πριν 30 περίπου χρόνια το άλλοτε πλούσιο κεφαλοχώρι εγκαταλείφθηκε. Σύμφωνα με κάποια εκδοχή, όλοι οι κάτοικοι προσβλήθηκαν από κάποια λοιμώδη ασθένεια και όσοι γλύτωσαν μετακόμισαν. Σήμερα, μια βόλτα στα χορταριασμένα σοκάκια είναι ένα μυστηριώδες ταξίδι στο χρόνο. Εντυπωσιακά αρχοντικά με θυρεούς και σκαλιστά οικόσημα, το ροζ καμπαναριό της εκκλησιάς που βρίσκεται στην είσοδο του χωριού, τα γκρίζα κτίρια με τα παράθυρα που χάσκουν στο κενό. Περίεργη τοποθεσία, σε μια αθέατη από τη θάλασσα πλαγιά του βουνού, εξαιρετικά δύσβατη και δυσπρόσιτη.
Το Μον Ρεπό βρίσκεται σε μια εξίσου εντυπωσιακή τοποθεσία, με απρόσκοπτη θέα στη θάλασσα. Ναι, είναι εκεί που έζησε η Αυτοκράτειρα της Αυστροουγγαρίας Ελισάβετ… also known as Σίσσυ! Ένα πανέμορφο παλάτι, με υπέροχους κήπους και 2.000 διαφορετικά είδη φυτών, ανοίγματα αποικιακού ρυθμού με έντονα όμως ελληνικά και νεοκλασικά στοιχεία. Εκείνο όμως που δεσπόζει είναι το εξαίσιο άγαλμα του Αχιλλέα. Το «Αχιλλέας Θνήσκων», όπως λέγεται, που φιλοτεχνήθηκε από τον Χέρτερ. Ενώ, αργότερα ο Κάιζερ τοποθέτησε ένα ακόμα άγαλμα του Αχιλλέα, αυτή τη φορά κολοσσιαίο, στο μπροστινό μέρος του κτήματος.
Πάντως ο επίλογος αυτής της εικονικής βόλτας θα είναι γλυκόπικρος, ως είθισται, αφού παρατήρησα διάφορες «αξιοπερίεργες» καταστάσεις κατά τη διάρκεια της διαμονής μου.
Πρώτον, πως από ότι φαίνεται αυτή η αίσθηση πανικού που έχει κυριεύσει εμάς τους Αθηναίους σχετικά με την οικονομική κρίση, την τρόικα, την ακρίβεια και όλα αυτά τα πανέμορφα, δεν έχει αγγίξει την περιφέρεια. Και όπως είπε ένας φίλος και συνεργάτης: «Για εμάς δεν κάνει διαφορά. Με λίγα ζούσαμε. Με λίγα θα ζούμε. Εσείς γιατί τρελαίνεστε έτσι εκεί κάτω;». Και είναι αλήθεια. Αν παρατηρήσει κανείς πως ζουν και πως συμπεριφέρονται οι άνθρωποι της περιφέρειας και μετά τους συγκρίνει με τους Αθηναίους, σίγουρα θα νιώσει ότι οι τελευταίοι πάσχουν από μανιοκατάθλιψη, to say at least.
Δεύτερον, -και αυτό ήταν κάτι που με χαροποίησε ιδιαίτερα- ήταν ότι το νησί έπηζε από τουρίστες. Στην κυριολεξία. Τα κρουαζιερόπλοια έδεναν το ένα μετά το άλλο. Άγγλοι, Γάλλοι, Αμερικανοί, Γερμανοί (οι οποίοι παρεμπιπτόντως μας έχουν κουράσει πάρα πολύ με τους παραλογισμούς στους οποίους συχνά προσφεύγουν. Βλέπε: «Πουλήστε νησιά»), Ιταλοί και πολλοί Σκανδιναβοί. Τα εστιατόρια ήταν γεμάτα και τα μπαράκια το ίδιο. Ενώ και οι παραλίες το ΣΚ ήταν γεμάτες κόσμο.
Άφησα το χειρότερο για το τέλος όμως. Δεν είναι ότι κρατώ αυτό από το ταξίδι. Είναι όμως ενδεικτικό της ψυχολογίας των ανθρώπων κάποιων τμημάτων της περιφέρειας. Ο ταξιτζής –και δεν ήταν ο μόνος από τον όποιο ελέχθη η επόμενη ατάκα- που μας μετέφερε από το αεροδρόμιο στο πανεπιστήμιο μας είπε: «Έτσι όπως μας έχουν ξεχασμένους –για να μην πούμε καμιά άλλη λέξη- καλύτερα να μας ξανάδιναν στους Ιταλούς. Και ακόμα καλύτερα, ας ήταν η Κέρκυρα ανεξάρτητο κράτος. Ποτέ δεν καταλάβαμε την Ένωση με την Ελλάδα. Η Ελλάδα μας έχει ξεχάσει. Τίποτα δεν έχουν κάνει. Τίποτα δεν έχουν βελτιώσει. Η πόλη έχει συμπεριληφθεί στον Κατάλογο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO για την ταυτότητα και τον ιδιαίτερο χαρακτήρα της. Αλλά νομίζετε ότι συγκίνησε κανέναν αυτό; Όχι…». Και… όχι… η αλήθεια είναι ότι δε νομίζουμε πως συγκίνησε κάποιον αυτό. Όπως τελευταία κανείς δεν συγκινείται με τίποτα. Η ιστορία, ο πολιτισμός και η μοναδική κουλτούρα αυτού του τόπου δεν φαίνεται να εμπνέει και να συγκινεί πλέον κανέναν. Και είναι τόσο κρίμα…
*(escape)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.