Το ταξίδι ή η Ιθάκη; (Δημοσίευση στην εφημερίδα Greek News 03/04/2010)


«Σα βγεις στον πηγαιμό για την Ιθάκη,
να εύχεσαι νάναι μακρύς ο δρόμος,
γεμάτος περιπέτειες, γεμάτος γνώσεις», Κ. Π. Καβάφης


Η εξερεύνηση του άγνωστου ή η αναζήτηση του οικείου; Η εύκολη ή η δύσκολη διαδρομή; The long way or the short cut; Με ταξίδι τη Μεγάλη Εβδομάδα, που μόλις ξεκινά, και Ιθάκη το βράδυ του Μ. Σαββάτου, της Ανάστασης, της δικής Του, της δικής μας, του καθενός, μια ιχνηλασία σε ό,τι είναι σημαντικό. Σε ό,τι οφείλουμε στον εαυτό μας να ζήσουμε και να πιστέψουμε.

Πολλές φορές αναρωτιόμαστε γιατί η ζωή μάς τα φέρνει στραβά. Λιγότερες φορές αναγνωρίζουμε εκείνα που μας έρχονται πιο εύκολα, παίρνοντάς τα, τις περισσότερες φορές, σα δεδομένα –μέγα λάθος. Αντί να κοιτάξουμε το δάσος, χανόμαστε στα δέντρα, σε ένα ταξίδι που δεν έχει νόημα, αφού δεν έχει προορισμό, ούτε πυξίδα. Έρμαια, «μικρών» συναισθημάτων, χωρίς προοπτική.

Όλοι οι στόχοι που βάζουμε στη ζωή μάς κρύβουν μια μικρογραφία της Μεγάλης Εβδομάδας. Η ολοκλήρωση των σπουδών μας, η αναζήτηση εργασίας, η αναζήτηση της προσωπικής μας ευτυχίας, η ανατροφή των παιδιών, η διατήρηση της υγείας μας, η μόρφωσή μας, η εξέλιξη της προσωπικότητάς μας, η προσφορά μας στην οικογένεια, τους φίλους, την κοινωνία. Όλα είναι ένα ταξίδι δύσκολο και επίπονο. Κάποιοι επιλέγουν να πολεμήσουν τους Λαιστρυγόνες, τους Κύκλωπες και τον θυμωμένο Ποσειδώνα και κάποιοι επιλέγουν να τους αποφύγουν τεχνηέντως, γιατί προτιμούν το short cut, που λέγαμε πιο πάνω. Κάποιοι αναγκαστικά ακολουθούν τον μακρύ δρόμο, γιατί δεν υπάρχει εναλλακτική. Κάποιοι ζουν για να κάνουν τη διαφορά, να αποτελέσουν παράδειγμα και για να δείξουν το δρόμο για το φως. Ενώ κάποιοι άλλοι ζουν, απλά για να αναπνέουν.

Η αλήθεια είναι ότι πολλές φορές και εγώ έχω αναρωτηθεί γιατί για κάποιους όλα πρέπει να είναι τόσο δύσκολα, ενώ για κάποιους άλλους πιο εύκολα, για να συνειδητοποιήσω λίγο αργότερα ότι ίσως ο Θεός ξέρει πολύ καλά για τον καθέναν μας τι μπορεί να αντέξει, τι πρέπει να ζήσει και τι πρέπει να νιώσει για να φτάσει στη δική του λύτρωση –σε όποιον τομέα και αν ενσαρκώνεται αυτή. Η Μεγάλη Εβδομάδα είναι το ταξίδι της ζωής και των στόχων του καθενός μας. Η ανηφόρα είναι για άλλους μεγαλύτερη και για άλλους μικρότερη, ανάλογα με τις δυνατότητες και τα εφόδια που διαθέτουν και αποτελεί την απόσταση που πρέπει να διανύσουμε και το βαθμό δυσκολίας της για να φτάσουμε εκεί ακριβώς που θέλουμε. Αν δεν υπάρχει ξεκάθαρος στόχος, η βάρκα απλά θα περιφέρεται στο πέλαγος. Αν δεν έχουμε πίστη, δε θα μπορούμε καν να οραματιστούμε την Ιθάκη. Και αν δεν έχουμε κουράγιο, πείσμα και υπομονή, θα νικηθούμε από τους Λαιστρυγόνες και τους Κύκλωπες.

Για εκείνους που επιλέγουν τον σύντομο δρόμο, την οικεία διαδρομή, την εύκολη λύση, η ζωή είναι μάλλον ανούσια, χωρίς πραγματικές εμπειρίες, χωρίς εσωτερικές αναζητήσεις, χωρίς ουσιαστικούς στόχους –μακροπρόθεσμους ή βραχυπρόθεσμους-, χωρίς όνειρα, χωρίς ουσιαστική προσφορά. Εκείνοι που επιλέγουν να μείνουν στα ρηχά, είτε γιατί φοβούνται είτε γιατί δε θέλουν είτε γιατί γνωρίζουν πως δε μπορούν να κολυμπήσουν στα βαθιά, θα ζήσουν ένα ταξίδι χωρίς προοπτική και χωρίς όραμα. Αυτό δε σημαίνει πως δε θα είναι ευτυχισμένοι. Τουναντίον. Στην άγνοια κρύβεται η ευτυχία.

Εκείνοι που, είτε εκούσια είτε ακούσια, θα επιλέξουν τη δύσκολη διαδρομή, τη διερεύνηση του άγνωστου και τα βαθιά και άπατα νερά, σίγουρα θα ζήσουν εμπειρίες πρωτόγνωρες, θα κάνουν σκέψεις ανείπωτες, θα αναρωτηθούν πολλές φορές «γιατί», αλλά η απάντηση θα τους δοθεί μόνο σα φτάσουν στην Ιθάκη. Εκεί μόνο θα καταλάβουν γιατί το ταξίδι ήταν σημαντικό. Εκεί μόνο θα συνειδητοποιήσουν ότι η προσπάθεια άξιζε τον κόπο.

Όχι, βέβαια, ότι η Ιθάκη δεν είναι σημαντική. Είναι ο λόγος για τον οποίο πολεμάμε. Είναι ο λόγος για τον οποίο αναζητούμε το καλύτερο. Είναι ο λόγος για τον οποίο πονάμε, μοχθούμε και αγωνιζόμαστε. Σαφώς και έχει σημασία η Ιθάκη, ως προορισμός, ως στόχος, ως πυξίδα, ως πλοηγός της σκέψης και της καρδιάς. Αλλιώς δεν έχει νόημα το ταξίδι, ο αγώνας, η Μεγάλη Εβδομάδα του καθενός, όσο μακρά ή σύντομα κι αν είναι. Κι αν η Ιθάκη μας προσφέρει όλα όσα ονειρευτήκαμε, όσο δύσκολος κι αν ήταν ο δρόμος κατά κει, θα φαντάζει πλέον παιχνιδάκι.

Η Μεγάλη Εβδομάδα, η διαδρομή Εκείνου, τα θαύματα, η δυσπιστία, η στήριξη, η προδοσία, η υποκρισία και ο θάνατος είναι όλα εκείνα που οδήγησαν στην Ανάσταση. Ο προσωπικός μας αγώνας, τα μικρά ή μεγάλα επιτυχημένα βήματα που πραγματοποιούμε, η δυσπιστία που αντιμετωπίζουμε, οι φίλοι και η οικογένεια που μας στηρίζουν, η προδοσία των διπρόσωπων για 30 ή και πολύ λιγότερα αργύρια, η υποκρισία εκείνων που καταπίνουν την κάμηλο, αλλά διυλίζουν τον κώνωπα, η δική μας κούραση, απαισιοδοξία και απογοήτευση –όταν τα πράγματα δεν έρχονται όπως επιθυμούμε-, οδηγούν εντέλει στην προσωπική μας Ανάσταση. Όλα αυτά που περνάμε, σε μικρή ή μεγάλη κλίμακα κάθε φορά που θέτουμε έναν στόχο, μας δίνουν ή τουλάχιστον πρέπει να μας δίνουν το κουράγιο να συνεχίσουμε, να τραβήξουμε και τον διπλανό μας από τη δική του πλάνη και τον δικό του μικρόκοσμο, να εμπνεύσουμε εκείνους που δεν έχουν στοχοθετήσει τη δική τους ζωή. Και χρειάζεται πολύ μεγάλη δύναμη για να το κάνεις αυτό. Γι’ αυτό και είναι λίγοι οι τολμηροί, οι γενναίοι και οι ατρόμητοι.

Ίσως αυτά είναι ψιλά γράμματα αυτή την εποχή, κατά την οποία «η κόλαση είναι οι άλλοι» (Jean Paul Sartre). Τώρα που τα προβλήματα πολλαπλασιάζονται ανά λεπτό και μεταλλάσσονται ακόμα πιο γρήγορα. Τώρα που το ένα κράτος επιτίθεται στο άλλο για μερικά εκτάρια γης. Τώρα που σκοτώνονται χιλιάδες άνθρωποι στο όνομα ενός «Ιερού Πολέμου». Τώρα που η κοινωνική και οικονομική κρίση χτυπά ανελέητα όλα τα κράτη της γης. Τώρα που ο πλανήτης καταστρέφεται. Τώρα που η φύση εκδικείται. Τώρα που η σημασία της ανθρώπινης ζωής έχει υποβαθμιστεί σε απελπιστικό βαθμό. Τώρα που ο κόσμος δε θέλει πλέον να προβληματίζεται. Τώρα που δε θέλει πλέον να παλέψει για κανένα ιδανικό και για καμιά Ιθάκη.

Κι όμως… Ίσως τώρα περισσότερο από ποτέ έχει σημασία αυτή η Ιθάκη. Ίσως τώρα, περισσότερο από ποτέ, έχουμε ανάγκη από την ελπίδα της Ανάστασης. Ίσως ο Χριστός να είναι τώρα πιο επίκαιρος από ποτέ. Οι πιο επαναστατικοί και πύρινοι λόγοι, τόσο διαχρονικοί, διορατικοί και εμπνευσμένοι. Ίσως υπάρχει ελπίδα. Ίσως υπάρχει φως στην άκρη του τούνελ. Ίσως μπορούμε, έστω και για λίγο, να βγούμε από τον προσωπικό μας μικρόκοσμο και να μπούμε στο «εμείς». Ίσως μπορούμε, έστω και για λίγο, να ενδιαφερθούμε για τον διπλανό μας. Ίσως μπορούμε, έστω και για λίγο, να δούμε πιο μακριά. Ίσως μπορούμε να προσπαθήσουμε να γίνουμε λίγο καλύτεροι και να κάνουμε και τον κόσμο γύρω μας λίγο καλύτερο. Να επιδιώξουμε την αυτοβελτίωση, βασανίζοντας για λίγο τον εαυτό μας. Να κάνουμε πιο όμορφες και αισιόδοξες σκέψεις. Ίσως μπορούμε -και ίσως θα έπρεπε- να επιλέξουμε τον μακρύ δρόμο, μόνο και μόνο για να ζήσουμε στην γλυκιά αγκαλιά της Ιθάκης, που μας περιμένει υπομονετικά. Όπως Εκείνος. Δε θα φύγει. Είναι εκεί και αναμένει...

Με απέραντη θλίψη διαπιστώνω… (Δημοσίευση στην εφημερίδα Greek News 29/03/2010)


Θα ήθελα πολύ, έστω και για μια βδομάδα, να αποφύγω να γράψω για την οικονομική κρίση –της οποίας ο δρόμος από ότι φαίνεται είναι πάρα πολύ μακρύς και όχι ιδιαίτερα φωτισμένος στο «τέλος» του-, αλλά τα γεγονότα τρέχουν με τέτοιους ρυθμούς που δε μπορεί κανείς να κάνει τα στραβά μάτια. Έστω και για λόγους αποφόρτισης του εντόνως αρνητικού κλίματος.

Αισθάνομαι πραγματικά μια απέραντη θλίψη για την σημερινή κατάσταση της Ελλάδας. Αισθάνομαι θλίψη για το ότι τουρκικές φρεγάτες –αυτή τη στιγμή που γράφω- κάνουν βόλτες έξω από το Σούνιο νηολογώντας τα ελληνικά πλοία και το Υπουργείο Άμυνας δηλώνει ότι όλα είναι υπό έλεγχο. Τι θα συνέβαινε αν μια ελληνική φρεγάτα περνοδιάβαινε στο Βόσπορο; Αισθάνομαι απέραντη θλίψη που ο φιλότιμος Γιώργος κάνει υπεράνθρωπες προσπάθειες να πείσει εταίρους και μη ότι δε ζητιανεύουμε λεφτά, αλλά ζητάμε δάνειο με κανονικά επιτόκια (και όχι εκτοξευμένα στα ύψη), αλλά παρόλα αυτά όλα τα διεθνή μέσα γράφουν ότι γυρνάμε δεξιά κι αριστερά ζητώντας. Αισθάνομαι απέραντη θλίψη που για μια ακόμη φορά δε θα πληρώσουν αυτοί που έκλεψαν, αλλά όλοι εμείς οι νέοι άνθρωποι, που δουλεύουμε δύο και τρεις δουλειές, αλλά που δε θα δούμε ποτέ σύνταξη, και οι συνταξιούχοι γονείς μας που δούλεψαν 40 χρόνια για να δουν τις συντάξεις τους να μειώνονται δραματικά. Αισθάνομαι, τέλος, απέραντη θλίψη, που αυτός ο έξυπνος, καπάτσος και εφευρετικός λαός έχει βρεθεί τόσο χαμηλά στο «χρηματιστήριο» της παγκόσμιας κοινής γνώμης.

«Σε συμφωνία για αρωγή προς την Ελλάδα με την συμμετοχή Ε.Ε και ΔΝΤ κατέληξε εντέλει ο Γαλλογερμανικός άξονας», γράφουν ΤΑ ΝΕΑ σήμερα. Γιατί έχω την εντονότατη αίσθηση ότι όλον αυτόν τον καιρό, όλοι αυτοί μας κοροϊδεύουν; Και δεν ομιλώ για τους Γερμανούς, οι οποίοι είχαν ξεκαθαρίσει πλήρως τη θέση τους. Μιλώ για τους Γάλλους, τον Πρόεδρο του Eurogroup, καθώς και της Κομισιόν. Εκείνοι που έλεγαν ότι το πρόβλημα έπρεπε να λυθεί εντός της –αφιλόξενης- «αγκαλιάς» της Ευρωζώνης, τώρα άλλαξαν. Μα τίποτα δε γίνεται τυχαία εντέλει. Γιατί από ότι φαίνεται έπρεπε κάποιοι να παίξουν –πειστικά- το παιχνίδι των «bad cop-good cop».

Η Γερμανία, ως ισχυρότατη δύναμη της μαρκοζώνης, έπρεπε να προβεί σε δηλώσεις του τύπου «οι μικρές και αδύναμες χώρες πρέπει να υπακούουν τις ισχυρές». Αλήθεια, κυρία Μέρκελ; Δεν είχαμε συνειδητοποιήσει ότι μόλις ιδρύσατε το 4ο Ράιχ. Εμείς νομίζαμε ότι τα κράτη-μέλη της Ε.Ε ήταν ισότιμα και όχι ότι βάλαμε δυνάστη στο κεφάλι μας. Και μάλιστα τη Γερμανία που, από την ντροπή της για τα αίσχη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, μέχρι και πριν περίπου 25 χρόνια δεν ανέβαζε καν τη σημαία της πουθενά. Αλλά φαίνεται ξεχάσατε… Πως αυτή η «έπαρση» της παντοδυναμίας σας οδήγησε πριν 70 χρόνια στη δημιουργία ενός αισχρού καθεστώτος, που γονάτισε την Ευρώπη και αφάνισε εκατομμύρια αθώους.

Από την άλλη, η Γαλλία ως good cop έπρεπε να προβεί σε άλλες δηλώσεις. Ότι στηρίζει πλήρως την Ελλάδα, ότι δεν πρόκειται να την αφήσει αβοήθητη και ότι είναι ανεπίτρεπτον να λυθεί το πρόβλημα από το ΔΝΤ. Τώρα όμως με «βαριά καρδιά» αποφάσισαν ότι το ΔΝΤ πρέπει να βάλει το χεράκι του. Έτσι ξαφνικά…

Αναρωτιέμαι αν υπάρχει πλήρης επίγνωση των επιπτώσεων της παροχής βοήθειας από το ΔΝΤ. Όχι, από τους πολιτικούς. Αυτοί δεν κινδυνεύουν ό,τι κι αν γίνει. Χτες, στην εκπομπή του Λαζόπουλου, «απολαύσαμε» βιντεάκι, στο οποίο 3 πολύ γνωστοί υπουργοί έλεγαν στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας γελώντας: «Eμείς, το δυνατό τρίο, θα είμαστε εδώ μέχρι το 2015». Πραγματικά δε ξέρω πως μπορεί κάποιος να το σχολιάσει αυτό. Καμία τσίπα; Καμία αιδώς; Καμία συναίσθηση μπροστά στις κάμερες; Αυτό σας ενδιαφέρει «κύριοι αναίσθητοι»; Το να είστε εδώ την επόμενη 5ετία, για να τρώτε; Για να συνεχίζετε να τρώτε στις πλάτες ενός λαού; Για τον κόσμο όμως –που δε ξέρω πως θα ζει έως το 2015- τι σημαίνει η παροχή βοήθειας από το ΔΝΤ;

Αρχικά, όπως έχουμε διαβάσει, το ΔΝΤ διαβεβαιώνει –φαντάζομαι όχι γραπτώς- ότι δε θα ζητήσει έξτρα μέτρα από την κυβέρνηση –εκτός από αυτά που έχουν ήδη ληφθεί. Η αγκάθινη αγκαλιά του όμως δύναται να γίνει θηλιά και μάλιστα εντός σύντομου χρονικού διαστήματος. Το πιο πιθανό μέτρο που μπορεί να ζητηθεί –κάτι που έχει γίνει σε άλλες χώρες που έχουν πάρει βοήθεια από το ΔΝΤ- είναι η απόλυση δημοσίων υπαλλήλων, ως προϋπόθεση για να δοθεί η δεύτερη ή η τρίτη ή η έκτη δόση του δανείου. Δεν είναι μόνο όμως οι απολύσεις, αλλά και πολλά ακόμα δυσβάσταχτα μέτρα, τα οποία ειλικρινά δε ξέρω πως θα αντέξει μια χώρα με πολύ μικρή ανάπτυξη, ελάχιστες επενδύσεις και ένα λαό που έχει αποπροσανατολιστεί εντελώς. Όπως γίνεται εύκολα αντιληπτό, εκεί δε θα υπάρχει πλέον χώρος για διαπραγματεύσεις, όπως υπάρχει εντός της Ε.Ε. Τι θα γίνει λοιπόν αν ζητηθεί κάτι τέτοιο από την Ελλάδα;

Καταρχήν, θα δημιουργηθεί τεράστιο κοινωνικό πρόβλημα, το οποίο ενδεχομένως λάβει εκρηκτικές διαστάσεις –δικαίως. Και δεν ομιλώ απλά για την απόλυση υπαλλήλων που απολαμβάνουν μονιμότητα… αλλά για ανθρώπους που θα χάσουν τη δουλειά τους. Με ό,τι συνεπάγεται αυτό. Παράλυση της αγοράς, παράλυση του δημόσιου τομέα, κοινωνική εξέγερση. Ενώ και η κυβέρνηση θα βρίσκεται με δεμένα τα χέρια, καθώς δε θα μπορεί να αρνηθεί την εφαρμογή του μέτρου.

Δεύτερον, θα δημιουργηθεί τεράστιο πολιτικό πρόβλημα. Ήδη, άλλωστε, τα σκληρά οικονομικά μέτρα που έχει λάβει η κυβέρνηση –και που αποτελούν μόνο το κερασάκι στην τούρτα που θα φάμε εμείς, όμως- δεν συνάδουν με τον κοινωνικής πολιτικής προσανατολισμό του σοσιαλιστικού κόμματος που βρίσκεται στην εξουσία. Άλλα διεκήρυττε ο Γιώργος στα τέλη Σεπτεμβρίου και άλλα βρέθηκε να αντιμετωπίζει και να πραγματοποιεί τώρα. Ναι μεν ο κόσμος μέχρι στιγμής στηρίζει τα μέτρα –ως αναγκαία-, αλλά πραγματικά κανείς δε ξέρει μέχρι που μπορεί να αντέξει. Από την άλλη, και εντός των κόλπων του ΠΑΣΟΚ, αριστερίζοντες βουλευτές και μέλη αποκλείεται να δεχτούν έτσι απλά την προσφυγή της κυβέρνησης στο ΔΝΤ. Έτσι, ο Γιώργος έχει να αντιμετωπίσει όχι μόνο τη ΝΔ που είναι κάθετα αντίθετη στην προσφυγή, αλλά και τα μέλη του δικού του κόμματος.

Τρίτον, σίγουρα όλο αυτό θα αποτελέσει και προσωπική ήττα του Γιώργου, ο οποίος ομολογουμένως κάνει προσπάθειες εξισορρόπησης. Ίσως αυτός είναι και ένας από τους λόγους για τους οποίους κάποια μέτρα έχουν καθυστερήσει να λάβουν χώρα. Γιατί δεν είναι δυνατό ένας ηγέτης σοσιαλιστικού κόμματος να επιβάλλει μέτρα εντελώς αντικοινωνικού χαρακτήρα –και αντίθετα με αυτά που υποστήριζε μόλις μερικούς μήνες νωρίτερα- έτσι άμεσα και γρήγορα.

Από την άλλη, ο πρώην Πρωθυπουργός δεν βγάζει κουβέντα. Δεν εμφανίζεται πουθενά. Δεν αρνείται καμία εκ των κατηγοριών που του έχουν «απαγγελθεί». Και αναρωτιέμαι γιατί. Ο καθόλα συμπαθής Καραμανλής έκανε παντελώς λαθεμένη επιλογή προσώπων, τα οποία και τον πλαισίωναν. Τεράστια σκάνδαλα ακούστηκαν και είμαι σίγουρη ότι άλλα τόσα καλύφτηκαν. Εκείνοι που ήταν υπέρμαχοι της διαφάνειας, της μετριοφροσύνης και της ταπεινότητας έδειξαν με τις πράξεις τους το εντελώς αντίθετο. Και αυτό μπορώ να το διαβεβαιώσω προσωπικά από τη θητεία μου σε νευραλγικό πόστο υπουργείου, στο οποίο εθήτευσα και κατά τις δύο κυβερνήσεις. Από την πορεία της ΝΔ στην εξουσία, εκείνο που διακρίναμε ήταν μάλλον μια ασύγκριτα λυσσαλέα διάθεση να κερδηθεί το «χαμένο έδαφος» των 20 ετών που είχαν να δουν εξουσία, καρέκλα και εύκολο χρήμα, όμοια όμως με την εξίσου λυσσαλέα διάθεση που είχε το ΠΑΣΟΚ κατά τη δεκαετία του 1980, όταν στην κυριολεξία ρημάχτηκε η χώρα.

Σαν επίδοξος Κασπάρωφ, προσπαθώ να διακρίνω το μέλλον. Προσπαθώ να διαβλέψω τις επόμενες κινήσεις κυβέρνησης, εταίρων και μη. Προσπαθώ να διακρίνω έστω και ένα χαμηλό φως στο τέλος του τούνελ. Προσπαθώ ακόμα και να καταλάβω γιατί αυτοί που υπηρετούν την Ελλάδα, δεν φροντίζουν για την Ελλάδα. Αλλά δεν μπορώ. Και αυτό μου προκαλεί απέραντη θλίψη…

Το σενάριο αποχώρησης από την ευρωζώνη (Δημοσίευση στην εφημερίδα Greek News 22/03/2010)



Τα τελευταία δύο περίπου χρόνια έχουμε ακούσει χιλιάδες συζητήσεις, αναλύσεις και παρουσιάσεις, έχουμε διαβάσει ακόμα περισσότερα αφιερώματα, δοκίμια, ακόμα και βιβλία και έχουμε ζήσει εκ του σύνεγγυς την οικονομική κρίση, το δημοσιονομικό πρόβλημα της Ελλάδας, το ιλιγγιώδες δημόσιο χρέος και την αγορά που αργοπεθαίνει. Η τηλεόραση και ο έντυπος και ηλεκτρονικός Τύπος ιχνογραφούν την εικόνα μιας οικονομίας και μιας κοινωνίας που ζει στην άκρη ενός ηφαιστείου που είναι έτοιμο να εκραγεί. Το κακό είναι πως μια έκρηξη δεν είναι ποτέ για καλό. Κάποιοι, παρόλα αυτά, μπορεί να υποστηρίξουν ότι ίσως χρειάζεται να πιάσουμε πάτο, να υποστούμε ισχυρό σοκ, για να μπορέσουμε να συνέλθουμε.

Δεν ήμουν ποτέ υπέρ της θεραπείας σοκ. Οι χώρες που την υπέστησαν, δεν αποτελούν σήμερα και ιδιαιτέρως επιτυχημένα παραδείγματα. Βέβαια, κάθε χώρα φέρει τη δική της κουλτούρα, φιλοσοφία, ήθη, έθιμα και φέρεσθαι. Το σοκ, όμως, επηρεάζει τουλάχιστον 2 γενιές και δημιουργεί έντονα κοινωνικά προβλήματα: αποπροσανατολισμού, απογοήτευσης, θυμού, απορίας και φόβου για το αύριο. Τρανταχτό παράδειγμα αποτελούν ορισμένες από τις χώρες του πρώην Ανατολικού μπλοκ, όπως η Ουγγαρία και η Πολωνία, στις οποίες σύμφωνα με πρόσφατες δημοσκοπήσεις, ο κόσμος αναπολεί την επιστροφή του Κομμουνισμού. Φοβίζει λίγο αυτή η προοπτική, ειδικά εν έτει 2010. Ο Κομμουνισμός, ένας καθόλα ουτοπιστικός (not to mention fake) ιδεολογικός προσανατολισμός, παρά τα προφανή του μειονεκτήματα –το μεγαλύτερο εκ των οποίων η ουσιαστική έλλειψη ελευθερίας- είχε και πλεονεκτήματα, τα οποία ως φαίνεται αναπολούνται.

Για να έρθουμε στα δικά μας. Προσφάτως ελήφθησαν αυστηρότατα μέτρα από την κυβέρνηση. Απαραίτητα σίγουρα, καθώς η κατάσταση είχε φτάσει στο απροχώρητο. Λένε πως είναι μόνο η αρχή. Η –ίσως υπερβολική- διπλωματική περιοδεία του Γιώργου Παπανδρέου είχε δύο βασικά πλεονεκτήματα. Πρώτον, ότι έπεισε εταίρους και μη πως θέλουμε πραγματικά να αλλάξουμε τα πράγματα και δεύτερον ότι έχει όχι μόνο τη διάθεση, αλλά και την αποφασιστικότητα, να βάλει κάποιου είδους τάξη. Έστω και με καθυστερήσεις. Έστω και με εξωτερική βοήθεια. Βέβαια, όπως έχουμε πει και σε προηγούμενα άρθρα, η Ελλάδα στοχοποιήθηκε και έδωσε μόνη της τους λόγους να ασχοληθούν όλοι μαζί της. Γιατί, για να είμαστε απόλυτα σαφείς, όλες ανεξαιρέτως οι χώρες της Ε.Ε δανείζονται. Και μάλιστα πολλά εκατομμύρια ευρώ. Απλά δανείζονται με κανονικά επιτόκια. Το κακό –με την Ελλάδα- είναι ότι εκείνος που στοχοποιείται, συνήθως την πληρώνει κιόλας. Το δεύτερο κακό είναι ότι δε μπορούμε να κρατήσουμε τίποτα εντός των τειχών. Όλα πρέπει να δημοσιοποιούνται παντού. Έτσι καταλήξαμε στο να πιστεύει η μισή υφήλιος ότι έχουμε καταστραφεί ολοσχερώς και ότι γυρνάμε δεξιά κι αριστερά ζητώντας χρήματα. Ουδόλως!

Σύμφωνα με πρόσφατες δηλώσεις της (ασυμπάθηστης) Μέρκελ, η Ε.Ε πρέπει να εφεύρει μια φόρμουλα, βάσει της οποίας οι χώρες, που παρουσιάζουν μακροχρόνιο δημοσιονομικό έλλειμμα, πρέπει να απομακρύνονται, έστω και προσωρινά, από την ευρωζώνη. Τόνισε, επίσης, ότι δεν πρέπει να δοθεί οικονομική βοήθεια στην Ελλάδα, ότι είναι εξαιρετικά νωρίς για κάτι τέτοιο και ότι δεν πρόκειται να βοηθήσει σε τίποτα στην παρούσα φάση. Τα κόμματα της αντιπολίτευσης της Γερμανίας είναι παντελώς αντίθετα με την αυστηρή στάση της Μέρκελ απέναντι στην Ελλάδα, λέγοντας μάλιστα πως η Γερμανία ευθύνεται εν μέρει για τη δεινή οικονομική κατάσταση της χώρας μας. Σχολιάζοντας όλα αυτά ο επικεφαλής της ΕΚΤ, Ζαν Κλοντ Τρισέ, δήλωσε ότι: «Δε σχολιάζω παράλογες υποθέσεις». Λέγοντας ουσιαστικά ότι το σενάριο αποχώρησης μιας χώρας από την ευρωζώνη είναι εξωπραγματικό.

Πριν από περίπου ένα μήνα ο Ανδρέας Βγενόπουλος –αλλά όχι μόνο- μίλησε για πρόσκαιρη αποχώρηση από την ευρωζώνη (για ένα διάστημα από 1 έως 2 έτη). Κάποιοι τότε σχολίασαν ότι κάτι τέτοιο θα ήταν καταστροφικό και ότι θα οδηγούσε σε τραγική υποτίμηση της δραχμής, με όλα τα συνεπακόλουθα. Ας εξετάσουμε λίγο το ενδεχόμενο, πρακτικά και θεωρητικά.

Κατ’ αρχήν, ας τονίσουμε κάτι το οποίο δεν είναι ευρέως γνωστό –ίσως και καθόλου. Σε περίπτωση εξόδου από την ευρωζώνη, η Ελλάδα, όχι απλά μπορεί να πάρει μεγαλύτερη οικονομική βοήθεια από την Ε.Ε, σε σχέση με αυτή που παίρνει σήμερα, αλλά επίσης μπορεί να διαπραγματευτεί με τις άλλες χώρες της Ένωσης την ακύρωση μέρους του εθνικού της χρέους, ως αντάλλαγμα για την αποχώρησή της.

Με την ενδεχόμενη αποχώρηση από την ευρωζώνη, η υποτίμηση της δραχμής, που θεωρείται αυτονόητη, θα θέσει αμέσως υπό πίεση το νέο νόμισμα και θα οδηγήσει τα επιτόκια σε διψήφιους αριθμούς. Εκεί μπαίνει η εναλλακτική λύση για την Ελλάδα. Να ζητήσει πληρωμή με τη μορφή οικονομικής βοήθειας για την αποχώρησή της, σύμφωνα με το άρθρο 50 της Συνθήκης του Μάαστριχτ. Αυτό, όπως γίνεται αντιληπτό, θα ήταν μια συμφέρουσα λύση για όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη, ενώ η Ελλάδα θα κέρδιζε και χρόνο για τις αναγκαίες προσαρμογές. Θα είχε επίσης την ευκαιρία να ακολουθήσει μια ανεξάρτητη νομισματική και συναλλαγματική πολιτική, ενώ η εθνική της κυριαρχία θα έπαυε να βρίσκεται υπό τις αυστηρές οδηγίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Βέβαια, όσο μεγαλύτερη είναι η υποτίμηση, τόσο πιο δύσκολη θα είναι η αποπληρωμή του χρέους σε ευρώ. Όμως, σε περίπτωση απόσυρσης από την ευρωζώνη, οι άλλες χώρες θα μπορούσαν να συμφωνήσουν στην παροχή βοήθειας, προκειμένου να υποστηρίξουν την συναλλαγματική ισοτιμία, σύμφωνα με το άρθρο 123/124 της Συνθήκης του Μάαστριχτ. Πάντως πρέπει να τονιστεί ότι μόνο με την εφαρμογή αυστηρών μεταρρυθμίσεων μπορούν να αποφευχθούν τα χειρότερα, δηλαδή η χρεωκοπία δημοσίων και ιδιωτικών επιχειρήσεων. Ο κίνδυνος ενός φαύλου κύκλου που θα περιλαμβάνει υψηλά επιτόκια, οικονομική αδυναμία και αυξανόμενες χρεωκοπίες –όπως έγινε στην Αργεντινή- δυστυχώς δε μπορεί να αποκλεισθεί. Και λαμβάνοντας υπόψη την μηδαμινή ανάπτυξη στην Ελλάδα και την έλλειψη επενδύσεων, αποτελεί ισχυρό ενδεχόμενο.

Σε περίπτωση αποχώρησης από την ευρωζώνη, η δραχμή λογικά θα πρέπει να κυκλοφορεί ταυτόχρονα με το ευρώ. Μόνο που το ευρώ θα κινείται ως συνάλλαγμα. Η ύπαρξη ενός δεύτερου νομίσματος που θα λειτουργεί παράλληλα με το εθνικό νόμισμα προσφέρει κάποια πλεονεκτήματα, αν το καλοσκεφτούμε. Πρώτον, οι συναλλασσόμενοι στις αγορές θα έχουν την νομικά κατοχυρωμένη επιλογή μεταξύ των δυο νομισμάτων. Δεύτερον, η Τράπεζα της Ελλάδος θα βρίσκεται συνεχώς υπό πίεση να σταθεροποιήσει τη νέα δραχμή και η κυβέρνηση θα αναγκάζεται να κάνει μεταρρυθμίσεις εκ νέου. Αμφότερα πολύ σημαντικά. Έτσι, η αξιοπιστία του νέου νομίσματος θα ενισχυθεί και επιπλέον θα γίνει ευκολότερη η μελλοντική επάνοδος της Ελλάδας στην ευρωζώνη.

Γενικά, τα προβλήματα αυτά που αντιμετωπίζει η ευρωζώνη είναι κυρίως δομικά. Κάτι απόλυτα φυσιολογικό, αφού πρόκειται για ένα «κατασκεύασμα» που αποτελείται από κράτη-μέλη διαφορετικών δυνατοτήτων και ταχυτήτων. Όταν πρωτοσχεδιάστηκε η Ε.Ε, το όνειρο ήταν να γίνει ένα αντίγραφο της Αμερικής. Πως όμως αυτό θα μπορούσε να είναι δυνατό; Η Αμερική είναι απλά σπασμένη σε πολιτείες, αλλά πρόκειται για την ίδια χώρα, με το ίδιο –εξαρχής- νόμισμα, με ανθρώπους που μιλούν την ίδια γλώσσα, με κοινό πολιτικό, πολιτιστικό και οικονομικό παρελθόν. Η Ευρώπη αποτελεί ένα εντελώς διαφορετικό παράδειγμα. Ένα παζλ γλωσσών, ιστορίας, οικονομίας, πολιτισμού, ανάπτυξης, παραγωγής κ.ο.κ. Κάτι που δε χρειάζεται περαιτέρω σχολιασμό και ανάλυση.

Η υποτίμηση ενός νομίσματος δεν είναι απαραίτητα μια κακή λύση ανάγκης. Άλλωστε στο παρελθόν, αυτό έχει εφαρμοστεί από σχεδόν όλες τις χώρες της Μεσογείου, με κύριο στόχο τη βελτίωση της εξαγωγική τους ικανότητας. Όμως με τη νομισματική ένωση, αυτή η δικλείδα ασφαλείας έπαψε να αποτελεί λύση και χάθηκε ανεπιστρεπτί.

Εν κατακλείδι, το ενδεχόμενο της παροδικής αποχώρησης από το ευρώ ίσως και να μην είναι κακή ιδέα. Αλλά από ότι φαίνεται και από ότι δήλωσε ο Τρισέ, αυτό αποτελεί σενάριο φαντασίας στην παρούσα φάση. Εκτός… και αν το ζητήσει αυτόβουλα ο Παπανδρέου. Άλλωστε δεν πρέπει να ξεχνάμε και τον ουσιαστικό αντίκτυπο στη χώρα. Στον κόσμο. Πως θα μας φαίνεται άραγε να πληρώνουμε το cappuccino 1.500 δραχμές; Ποσό, αδιανόητο κατά την προηγούμενη δεκαετία. Θα δίνουμε tip 340 δραχμές; Ή μήπως θα γυρίσουμε στα ωραία κατοστάρικα (που και πολλά ήταν); Θα πληρώνουμε την βενζίνη 510 (!!!) δραχμές το λίτρο;

Υπάρχουν λοιπόν 3 σενάρια. Αν η παγκόσμια οικονομία πέσει σε νέα ύφεση, θα πρέπει να είμαστε έτοιμοι να αντιμετωπίσουμε μεγάλη φτώχεια, ενώ το επίπεδο ζωής θα πέσει στα επίπεδα του 1970. Αν η διεθνής οικονομία πάει μέτρια, θα υπάρχει μάλλον παρατεταμένη περίοδος ύφεσης ή τουλάχιστον στασιμότητας. Ενώ, τέλος, σύμφωνα με το πιο αισιόδοξο σενάριο, αν η παγκόσμια οικονομία πάει καλά, τότε σίγουρα και η Ελλάδα θα ακολουθήσει, βελτιώνοντας τους κρίσιμους οικονομικούς της δείκτες. Το ζητούμενο είναι για πόσο καιρό ακριβώς, καθώς είναι άγνωστο το αν μπορεί πραγματικά η χώρα μας να ανταγωνιστεί στο διεθνές οικονομικό ράλι που θα λάβει χώρα. Ειδικά, δε, από τη στιγμή που θα έχει να ανταγωνιστεί χώρες που απολαμβάνουν τεράστια ανάπτυξη, επενδύσεις, εξαγωγές και παραγωγή. Time will tell…

Κοινωνία vs. Οικονομία: Υπάρχει επιστροφή; (Δημοσίευση στην εφημερίδα Greek News 15/03/2010)



Με ενδιαφέρον διάβασα το χτεσινό άρθρο της Washington Post, που αφορούσε στη συνάντηση Παπανδρέου–Obama. Βέβαια, βρήκα λίγο υποτιμητικό το σχόλιο του αρθρογράφου «Κοιτάξτε καλά το πρόσωπο του Έλληνα πρωθυπουργού, γιατί έτσι μπορεί να είναι και ο Αμερικανός πρόεδρος σε 10 χρόνια», αλλά η αλήθεια είναι ότι τα έχουμε συνηθίσει αυτά τον τελευταίο καιρό. Αυτό που δε γνωρίζουν οι Αμερικανοί σχολιαστές είναι ότι ο Γιώργος Παπανδρέου διαθέτει ένα πραγματικά χαμηλό προφίλ, που ναι μεν στερείται της δυναμικής του πατέρα του, αλλά έχει μια έμφυτη ευγένεια και ένα ιδιαίτερο επικοινωνιακό χάρισμα. Σίγουρα ένας πολιτικός αρχηγός, ειδικά μιας μικρής χώρας, πρέπει να διαθέτει έναν πιο δυναμικό, ίσως και θρασύ, χαρακτήρα και φέρεσθαι. Κανείς δε μπορεί να ξεχάσει το περίφημο «Μολών Λαβέ» του Ανδρέα προς την Τουρκία εν έτει 1987, που έκανε την Ευρώπη να τρέχει. Αλλά από την άλλη, λόγω της δεινής θέσης στην οποία βρισκόμαστε αυτή τη στιγμή, επιβάλλεται να επιλέγουμε πού πρέπει να δείχνουμε θρασείς και πού σεμνότεροι. Πάντως, σε όποια πολιτική παράταξη και να ανήκουμε, κανείς από εμάς δεν μπορεί να πει ότι ο Γιώργος δεν προσπαθεί. Όχι μόνο ο ίδιος, αλλά και σύσσωμο το υπουργικό του συμβούλιο. Και ως ευσυνείδητοι Έλληνες, κανείς από εμάς δεν μπορεί παρά να του εύχεται κάθε επιτυχία.

Κατ’ εμέ, παρόλα αυτά, το οικονομικό πρόβλημα της Ελλάδας δεν είναι το βασικό που αντιμετωπίζει η χώρα αυτή τη στιγμή. Η οικονομία παγκοσμίως περνάει από διάφορες φάσεις και κάνει κύκλους. Άλλες φορές στο ζενίθ και άλλες στο ναδίρ. Σε κάποιες χώρες τα πράγματα είναι καλύτερα, εφόσον υπάρχει παραγωγή, εξαγωγές και ανάπτυξη, και σε άλλες χώρες σαφώς χειρότερα. Ειδικά στην Ελλάδα τα πράγματα αναπόφευκτα θα οδηγούνταν εδώ, καθώς από τα τέλη της δεκαετίας του 1980 οι πολιτικοί (όλοι οι πολιτικοί) ασχολούνταν με το «βόλεμα» αναξιοπαθούντων και μη, το πορτοφόλι και την καρέκλα τους. Προδιαγεγραμμένη πορεία, δηλαδή.

Για μένα προσωπικά, το θέμα της κοινωνικής διάβρωσης (που δεν έχει απολύτως καμία σχέση με τη μετανάστευση) είναι πολύ πιο σημαντικό από το οικονομικό –που θα ανατραπεί αργά ή γρήγορα. Έχει αναρωτηθεί άραγε κανείς αν η κοινωνική διάβρωση ή αλλιώς εκφυλισμός έχει επιστροφή; Και αν ναι, ποιες κοινωνίες είναι εκείνες που την απέφυγαν και ποιες την αντιμετώπισαν επιτυχώς; Η Ελλάδα σίγουρα δεν είναι ανάμεσά τους πάντως, τουλάχιστον μέχρι στιγμής.

Η ιδέα του κοινωνικού εκφυλισμού είχε ιδιαίτερη σημασία στις τέχνες, τις επιστήμες και την πολιτική από το 1850 μέχρι και το 1950. Σύμφωνα, δε, με τη Θεωρία της Εξέλιξης του Δαρβίνου, η πορεία της ανθρωπότητας δεν είναι σταθερή και δεδομένη, αλλά μπορεί να αλλάξει και να οδηγηθεί σε ένα σκοτεινό και άγνωστο μέλλον. Συγκεκριμένα, η Θεωρία του Κοινωνικού Εκφυλισμού ζωγράφισε ένα ιδιαίτερα απαισιόδοξο κάδρο, μέσα στο οποίο το μέλλον του δυτικού πολιτισμού διαφαίνεται προβληματικό. Σύμφωνα επίσης με συναφείς θεωρίες του 18ου και 19ου αιώνα, ο εκφυλισμός της κοινωνίας φέρει τα ακόλουθα συμπτώματα: φτώχεια, εγκληματικότητα, αλκοολισμό, αμοραλισμό και πολιτική βία. Ανθρώπους που ξεφεύγουν από τις κοινωνικές νόρμες, επιδιώκοντας να καταργήσουν την έννοια του κράτους. Σας θυμίζει κάτι;

Δε χρειάζεται να γυρίσουμε πολύ πίσω το ρολόι του χρόνου και της ιστορίας. Όσοι έζησαν την μεταπολεμική Ελλάδα του ’50, αλλά και αργότερα του ’60 και του ’70, έχουν θετικά πράγματα να θυμούνται, παρά τις τεράστιες οικονομικές και πολιτικές δυσκολίες που προέκυψαν τόσο από τους δύο Παγκόσμιους Πολέμους, όσο και από τον Εμφύλιο. Η κοινωνία ήταν σαφώς πιο ευτυχισμένη, πιο απλή, με λιγότερες ανάγκες, λιγότερη εγκληματικότητα, πιο ανθρώπινη και φιλική. Για εκείνους από εμάς, που δεν είχαμε την τύχη να ζήσουμε εκείνη την εποχή, οι ταινίες, οι αφηγήσεις των μεγαλυτέρων και τα βιβλία, αναπαριστούν πιστά την εικόνα της χρονικής εκείνης περιόδου. Και ας μη ξεχνάμε ότι επρόκειτο για μια χρυσή εποχή της Ελλάδας όσον αφορά στις τέχνες και τα γράμματα. Σεφέρης και Ελύτης μεσουρανούσαν τις παραπάνω δεκαετίες, φέρνοντας στην Ελλάδα τα Νόμπελ Λογοτεχνίας (πρώτα ο ένας και αργότερα ο δεύτερος), ο Μάνος Χατζηδάκις έπαιρνε Όσκαρ για την μουσική επένδυση της ταινίας Ποτέ την Κυριακή, του Ζυλ Ντασέν. Το 1950 η Ελλάδα εισέρχεται στην περίοδο της αρχιτεκτονικής Ανασυγκρότησης, κατά τη διάρκεια της οποίας κατασκευάστηκαν εκπληκτικά έργα από Έλληνες αρχιτέκτονες, όπως τους Πικιώνη, Ζενέτο, Μυλωνά και πολλούς άλλους. Ζωγράφοι όπως ο Χατζηκυριάκος-Γκίκας, ο Μόραλης και ο Τσαρούχης ξεχώρισαν με τα έργα τους, στην Ελλάδα και την Ευρώπη.

Αναφέρομαι φυσικά σε εξέχουσες προσωπικότητες, που γεννήθηκαν περίπου στις αρχές του περασμένου αιώνα και διέπρεψαν διεθνώς κατά την προαναφερθείσα περίοδο. Ξεχώρισαν με την ουσιαστική τους προσφορά στον πολιτισμό, ενώ τα έργα τους θαυμάζονται, διαβάζονται, μελετώνται και αναλύονται μέχρι σήμερα, αλλά και για πάντα. Αναφέρομαι σε μια κοινωνία που προσπαθούσε να ορθοποδήσει, αλλά που είχε την έμπνευση και τη δύναμη να αναδειχθεί.

Σήμερα, τι έχουμε να επιδείξουμε; Όχι ότι δεν υπάρχουν αξιόλογοι εκπρόσωποι σε κάποιους –αλλά ελάχιστους- τομείς. Όμως είναι πασίδηλον ότι έχει χαθεί η έμπνευση –σε κάθε επίπεδο. Χάθηκε η ανθρωπιά. Χάθηκε ο προσανατολισμός. Κάπου ανάμεσα στον πολιτικό αμοραλισμό, το βόλεμα, την εύκολη λύση, τον φθόνο για τον διπλανό που μπορεί να είναι καλύτερος απο εμάς, τη ματαιοδοξία και την παντελή έλλειψη συνειδησιακής και ηθικής τροχοπέδης, χάθηκε ό,τι όμορφο θα μπορούσε να είχε γεννηθεί. Οι γενιές των ανθρώπων που μας έκαναν πραγματικά περήφανους, αντικαταστάθηκαν από ανθρώπους που πολεμούν μόνο για το αύριο, που φοβούνται για το μέλλον, που δεν ασχολούνται παρά μόνο με τον ρηχό και ανούσιο κόσμο των celebrities, γιατί διατείνονται ότι αντιμετωπίζουν αρκετές δυσκολίες και δε θέλουν να προβληματιστούν περαιτέρω. Ανθρώπων που υποφέρουν από άλγη και ψυχολογικές ασθένειες, επειδή νιώθουν αβεβαιότητα για τα πάντα. Ανθρώπων που βιώνουν ένα απέραντο κενό, που δείχνει να μη γεμίζει με τίποτα.

Το παράδοξο είναι ότι πρόκειται για μια γενιά που δε γνώρισε πόλεμο, που δε γνώρισε ανέχεια, που δε γνώρισε ουσιαστική φτώχεια. Και όταν λέμε φτώχεια εννοούμε να μην υπάρχει φαγητό στο τραπέζι, όχι να μην υπάρχουν χρήματα για να πληρωθεί ο λογαριασμός του κινητού...

Κρίση, εγκληματικότητα (που αυξάνει ολοένα και περισσότερο), πορείες, βανδαλισμοί, έλλειψη ιδανικών, φόβος για το μέλλον. Κοινωνία σε κρίση. Υπάρχει επιστροφή; Ή βαδίζουμε σε μονόδρομο; Η εποχή που οι άνθρωποι χαμογελούσαν, αντί να παραμιλούν στο δρόμο, η εποχή που τα σπίτια έμεναν ξεκλείδωτα, η εποχή των ιδανικών, η εποχή του «εμείς» και όχι του «εγώ», η εποχή της αισιοδοξίας και της έμπνευσης πέρασαν άραγε ανεπιστρεπτί;

Η όμορφη Ελλάδα, που ποτέ δε θα αποκτήσουν… (Δημοσίευση στην εφημερίδα Greek News 08/03/2010)


Με αφορμή τις αθλιότητες που πρόσφατα διαβάσαμε και κυρίως είδαμε στον ξένο Τύπο –και μιλώ φυσικά για το διαβόητο εξώφυλλο του Focus-, μια ωραία φράση του Λαζόπουλου που άκουσα χτες βράδυ στην εκπομπή του, την εξαιρετικά ενδιαφέρουσα συνέντευξη που έδωσε ο Ανδρέας Βγενόπουλος στον Νίκο Χατζηνικολάου την προηγούμενη βδομάδα, τα λάθη που έχουμε κάνει και τις περασμένες «αμαρτίες» που πληρώνουμε, οδηγήθηκα στις παρακάτω σκέψεις. Γιατί εντέλει όλα εξηγούνται…

Δεν είναι η πρώτη φορά που η Ελλάδα βρίσκεται στο μάτι του κυκλώνα. Είμαστε συνηθισμένοι. «Το μαύρο πρόβατο», «ο φτωχός συγγενής», «οι απατεώνες», «η διαφθορά», «η τεμπελιά», «μα πως κάνετε έτσι για ένα όνομα», «το Αιγαίο», «γιατί παρενοχλείτε τα μικρά κρατίδια γύρω σας» κ.λπ. Από την Τουρκιά, στις Μεγάλες Δυνάμεις «που ήθελαν πάντα τους Έλληνες με σκυφτό το κεφάλι» και από τους Γερμανούς που μας ρήμαξαν, στους Σκοπιανούς που έγιναν ξάφνου Μακεδόνες (ανέκδοτο) και τους Άγγλους που κάνουν ιδιωτικά πάρτι κάτω από τις σκιές των Ελγινείων. Everybody wants a piece -of us… Δικαίως.

Ένας ασύλληπτος πολιτισμός. Φιλοσοφία. Ιατρική. Πολιτική. Ιστοριογραφία. Θέατρο. Λόγος. Γλυπτική. Ζωγραφική. Αρχιτεκτονική. Ποίηση. Μύθοι πλεγμένοι με αλήθειες και αλήθειες πασπαλισμένες με μύθους. Άνθρωποι πρωτοποριακοί, καυστικοί, πανέξυπνοι, αεικίνητοι, πολύπλοκοι, εφευρετικοί, με όραμα, ιδέες, φαντασία, νοημοσύνη, αισθητική. Μνημεία αθάνατα. Σκορπισμένα στα πέρατα του κόσμου. Στο Μουσείο του Λούβρου, το Μετροπόλιταν της Νέας Υόρκης, το Βρετανικό Μουσείο, το Ερμιτάζ στην Αγία Πετρούπολη. Έργα που διδάχτηκαν και διδάσκονται. Ένα πολίτευμα-πρότυπο. Μια ιστορία που δε θα πεθάνει ποτέ.

Ένας πανέμορφος τόπος, απ’ άκρη σ’ άκρη. Κυκλάδες. Σαντορίνη, Φολέγανδρος, Σύρος, Μύκονος, Τήνος, Νιος. Λευκά σπίτια με μπλε παράθυρα, κρεμασμένα στα βράχια, ν’ ατενίζουν αγέρωχα την αξεπέραστη θέα του απέραντου αιγαιοπελαγίτικου γαλάζιου. Άγρια ομορφιά. Σμαραγδένιες παραλίες με κρυστάλλινα νερά και χρυσή άμμο. Καταγάλανος ουρανός και αυγουστιάτικα μελτέμια. Ιόνιο. Υπέροχη αρχιτεκτονική. Γαλαζοπράσινα νερά. Καταπληκτική κουζίνα και πράσινο παντού. Πελοπόννησος. Μάνη. Μιστράς. Μονεμβασιά. Δημητσάνα. Βυτίνα. Κυπαρισσία. Μέρη ιστορικά. Κάστρα κι αρχοντικά από πέτρα. Δαντελωτές ακρογιαλιές και καταπράσινα βουνά. Μακεδονία. Τόπος γοητευτικός, χειμώνα καλοκαίρι. Ιστορικά μνημεία. Λίμνες. Μοναδικοί βιότοποι. Όλη η Ελλάδα, ένας μαγικός τόπος, που προσελκύει εκατομμύρια επισκέπτες, από όλον τον κόσμο, που μένουν έκθαμβοι μπροστά στο μοναδικό φυσικό κάλλος και τον ασύλληπτο πολιτισμό.

Στρατηγική γεωγραφική θέση. Στο σταυροδρόμι τριών ηπείρων˙ Ευρώπης, Ασίας και Αφρικής. Αφετηρία και ενδιάμεσος σταθμός κατακτητών. Μικρή, ευάλωτη, χωρίς επεκτατικές βλέψεις –ας αναλογιστούμε μέχρι που έφτανε η Ελλάδα και τι της ανήκει τώρα-, αλλά με έντονη παρουσία και ισχυρή πολιτιστική επιρροή. Περήφανους, ατίθασους, γενναίους ανθρώπους που αντιστάθηκαν, ενάντια σε όλα τα προγνωστικά, τις πιθανότητες και τις προβλέψεις. Που ενώθηκαν στα δύσκολα. Που δε «μάσησαν», όχι γιατί δεν είχαν επιλογή, αλλά γιατί δεν τους ταιριάζει. Που δε διαβρώθηκαν. 

Ο Λαζόπουλος είπε προχτές στην εκπομπή του «Εμείς για τη μάνα μας μπορούμε να λέμε ό,τι θέλουμε. Δεν επιτρέπουμε όμως σε κανέναν να τη βρίζει». Όσο κι αν μας πονάει η Ελλάδα –για την ακρίβεια οι Έλληνες-, δε μας αρέσει να ακούμε κουβέντα γι’ αυτήν. Γιατί είναι ο τόπος μας. Γιατί όσες δυσκολίες κι αν έχουμε περάσει, έχουμε εντέλει βγει σώοι, αλλά όχι αβλαβείς. Η Τουρκιά άφησε τα σημάδια της. Όχι μόνο στον τωρινό ελλαδικό χώρο, αλλά και εκεί που άλλοτε οι Έλληνες άνθιζαν, οικονομικά και πολιτιστικά. Η Κωνσταντινούπολη, τα Άγια Χώματα, η Σμύρνη, η Κύπρος. Και δεν άφησε «όμορφα» σημάδια, όπως οι Ιταλοί κατακτητές. Άφησε στάχτες. Οι Γερμανοί, που κατέστρεψαν την Ευρώπη, ρήμαξαν και την Ελλάδα. Σκότωσαν. Λήστεψαν. Έκαψαν. Και από αυτό γλυτώσαμε όμως. Για να τους ακούμε τώρα, να μιλάνε τόσο υποτιμητικά. Βέβαια, όποιος μιλάει υποτιμητικά για κάποιον άλλον, υποδηλώνει και εκδηλώνει έτσι τη δική του ανασφάλεια, τα δικά του κόμπλεξ και τις δικές του ενοχές. Ο ίδιος «πέφτει». Γι’ αυτό και διαφωνώ κάθετα με την έκταση που πήρε το δημοσίευμα του Focus. Διαφωνώ με τη διαμεσολάβηση των πρεσβειών και τις δηλώσεις του πρωθυπουργού. Κάτι τέτοια αξίζουν περιφρόνηση και όχι ευθιξία. Ειδικά δε όταν πρόκειται για κάτι τόσο «φτηνό». Αλλά βέβαια… τόσο καταλαβαίνουν!

Ο Βγενόπουλος, κατά την πραγματικά εντυπωσιακή συνέντευξη που έδωσε στον Νίκο Χατζηνικολάου, ήταν επίσης κάθετος αναφορικά με τους Γερμανούς, οι οποίοι ήταν πλήρως ενήμεροι και για τα «ανέκδοτα» με την Goldman Sachs και φυσικά τη Siemens. Γνώριζαν πολύ καλά την οικονομική κατάσταση της Ελλάδας, την εποχή που την δέχθηκαν στους κόλπους του ευρώ. Γνωρίζουν εξίσου καλά για τα εκατομμύρια που μας χρωστούν από τις αποζημιώσεις και ξέρουν πολύ καλά το εύρος του εκβιασμού και της εκμετάλλευσης που μας ασκούν για την αγορά κυρίως πολεμικών αεροσκαφών. Γιατί βέβαια η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι ένωση μόνο στα χαρτιά. Ουδεμία πολιτική εγγύηση δε δόθηκε ποτέ στην Ελλάδα, για τη διασφάλιση των συνόρων στο Αιγαίο –και όχι μόνο. Και κάπως έτσι έφτασε η Ελλάδα να διαθέτει τα υψηλότερα κονδύλια για στρατιωτικούς εξοπλισμούς. Οι Τούρκοι δεν παρίσταναν ποτέ τους φίλους. Οι Γερμανοί γιατί παριστάνουν τους «εταίρους»;

Σίγουρα, εμείς οι Έλληνες είμαστε μοναδικοί στο να «shooting ourselves in the foot» (η Ελληνική σίγουρα είναι μια πλούσια γλώσσα, αλλά η συγκεκριμένη αμερικάνικη έκφραση αποδίδει ακριβώς αυτό που κάνουμε στους «εαυτούς» μας). Εκτεθήκαμε ανεπανόρθωτα, όταν τα πράγματα θα μπορούσαν να είχαν γίνει πιο κεκαλυμμένα. Από τα τέλη της δεκαετίας του 1980, όταν τα πακέτα Ντελόρ «καταβροχθίζονταν» το ένα μετά το άλλο, χωρίς αντίκρισμα όμως. Όταν ξεκίνησε μια «αλλαγή», που μας «άλλαξε» τα φώτα όμως. Σκάνδαλα επί σκανδάλων. Ανελέητο ξόδεμα του δημόσιου χρήματος, μιας χώρας με μικρή παραγωγή και με σχετικά μικρή ανάπτυξη. Κάποτε –και πολύ άργησε- δεν θα φαινόταν το αποτέλεσμα; Το πρόβλημα είναι ότι σε αυτή τη χώρα δεν υπάρχει μέτρο. Όλα πρέπει να φτάνουν στα άκρα. Αν είναι να κλέψουμε, θα τα κλέψουμε όλα. Αν υπάρχουν διαφωνίες, θα μετατραπούν σε ομηρικούς καβγάδες. Αν δούμε ότι κάτι «περνάει», θα το τραβήξουμε χωρίς δισταγμό μέχρι τα άκρα. Γιατί; Γιατί σε οτιδήποτε κάνουμε, δε μπορούμε να έχουμε ούτε μέτρα, ούτε σταθμά; Γιατί δε λειτουργεί η συνειδησιακή τροχοπέδη, που θα μας αποτρέψει και θα μας προστατεύσει από την καταστροφή;

Ακόμα κι έτσι όμως, μας φθονούν. Γιατί αν δε μας φθονούσαν, δεν θα ασχολούνταν τόσο πολύ μαζί μας. Εμείς με κάποιο τρόπο –όπως πάντα άλλωστε- θα την βρούμε την άκρη. Εκείνοι όμως τι θα έχουν κερδίσει; Είμαι απόλυτα σίγουρη ότι από ολόκληρη την Ευρώπη, που έχει χτυπηθεί ιδιαίτερα από την οικονομική κρίση –και η Γερμανία άλλωστε τι θα ήταν, αν όλοι εμείς δεν αγοράζαμε τα προϊόντα της-, η Γερμανία έχει δείξει το χειρότερο πρόσωπο, σε όλους. Ας πάρουμε λοιπόν το εξώφυλλο της γερμανικής αυτής έκδοσης λίγο διαφορετικά από ότι εκείνοι το προόριζαν. Μήπως η Αφροδίτη (μας) τους δείχνει το δάχτυλο;