Τα τελευταία δύο περίπου χρόνια έχουμε ακούσει χιλιάδες συζητήσεις, αναλύσεις και παρουσιάσεις, έχουμε διαβάσει ακόμα περισσότερα αφιερώματα, δοκίμια, ακόμα και βιβλία και έχουμε ζήσει εκ του σύνεγγυς την οικονομική κρίση, το δημοσιονομικό πρόβλημα της Ελλάδας, το ιλιγγιώδες δημόσιο χρέος και την αγορά που αργοπεθαίνει. Η τηλεόραση και ο έντυπος και ηλεκτρονικός Τύπος ιχνογραφούν την εικόνα μιας οικονομίας και μιας κοινωνίας που ζει στην άκρη ενός ηφαιστείου που είναι έτοιμο να εκραγεί. Το κακό είναι πως μια έκρηξη δεν είναι ποτέ για καλό. Κάποιοι, παρόλα αυτά, μπορεί να υποστηρίξουν ότι ίσως χρειάζεται να πιάσουμε πάτο, να υποστούμε ισχυρό σοκ, για να μπορέσουμε να συνέλθουμε.
Δεν ήμουν ποτέ υπέρ της θεραπείας σοκ. Οι χώρες που την υπέστησαν, δεν αποτελούν σήμερα και ιδιαιτέρως επιτυχημένα παραδείγματα. Βέβαια, κάθε χώρα φέρει τη δική της κουλτούρα, φιλοσοφία, ήθη, έθιμα και φέρεσθαι. Το σοκ, όμως, επηρεάζει τουλάχιστον 2 γενιές και δημιουργεί έντονα κοινωνικά προβλήματα: αποπροσανατολισμού, απογοήτευσης, θυμού, απορίας και φόβου για το αύριο. Τρανταχτό παράδειγμα αποτελούν ορισμένες από τις χώρες του πρώην Ανατολικού μπλοκ, όπως η Ουγγαρία και η Πολωνία, στις οποίες σύμφωνα με πρόσφατες δημοσκοπήσεις, ο κόσμος αναπολεί την επιστροφή του Κομμουνισμού. Φοβίζει λίγο αυτή η προοπτική, ειδικά εν έτει 2010. Ο Κομμουνισμός, ένας καθόλα ουτοπιστικός (not to mention fake) ιδεολογικός προσανατολισμός, παρά τα προφανή του μειονεκτήματα –το μεγαλύτερο εκ των οποίων η ουσιαστική έλλειψη ελευθερίας- είχε και πλεονεκτήματα, τα οποία ως φαίνεται αναπολούνται.
Για να έρθουμε στα δικά μας. Προσφάτως ελήφθησαν αυστηρότατα μέτρα από την κυβέρνηση. Απαραίτητα σίγουρα, καθώς η κατάσταση είχε φτάσει στο απροχώρητο. Λένε πως είναι μόνο η αρχή. Η –ίσως υπερβολική- διπλωματική περιοδεία του Γιώργου Παπανδρέου είχε δύο βασικά πλεονεκτήματα. Πρώτον, ότι έπεισε εταίρους και μη πως θέλουμε πραγματικά να αλλάξουμε τα πράγματα και δεύτερον ότι έχει όχι μόνο τη διάθεση, αλλά και την αποφασιστικότητα, να βάλει κάποιου είδους τάξη. Έστω και με καθυστερήσεις. Έστω και με εξωτερική βοήθεια. Βέβαια, όπως έχουμε πει και σε προηγούμενα άρθρα, η Ελλάδα στοχοποιήθηκε και έδωσε μόνη της τους λόγους να ασχοληθούν όλοι μαζί της. Γιατί, για να είμαστε απόλυτα σαφείς, όλες ανεξαιρέτως οι χώρες της Ε.Ε δανείζονται. Και μάλιστα πολλά εκατομμύρια ευρώ. Απλά δανείζονται με κανονικά επιτόκια. Το κακό –με την Ελλάδα- είναι ότι εκείνος που στοχοποιείται, συνήθως την πληρώνει κιόλας. Το δεύτερο κακό είναι ότι δε μπορούμε να κρατήσουμε τίποτα εντός των τειχών. Όλα πρέπει να δημοσιοποιούνται παντού. Έτσι καταλήξαμε στο να πιστεύει η μισή υφήλιος ότι έχουμε καταστραφεί ολοσχερώς και ότι γυρνάμε δεξιά κι αριστερά ζητώντας χρήματα. Ουδόλως!
Σύμφωνα με πρόσφατες δηλώσεις της (ασυμπάθηστης) Μέρκελ, η Ε.Ε πρέπει να εφεύρει μια φόρμουλα, βάσει της οποίας οι χώρες, που παρουσιάζουν μακροχρόνιο δημοσιονομικό έλλειμμα, πρέπει να απομακρύνονται, έστω και προσωρινά, από την ευρωζώνη. Τόνισε, επίσης, ότι δεν πρέπει να δοθεί οικονομική βοήθεια στην Ελλάδα, ότι είναι εξαιρετικά νωρίς για κάτι τέτοιο και ότι δεν πρόκειται να βοηθήσει σε τίποτα στην παρούσα φάση. Τα κόμματα της αντιπολίτευσης της Γερμανίας είναι παντελώς αντίθετα με την αυστηρή στάση της Μέρκελ απέναντι στην Ελλάδα, λέγοντας μάλιστα πως η Γερμανία ευθύνεται εν μέρει για τη δεινή οικονομική κατάσταση της χώρας μας. Σχολιάζοντας όλα αυτά ο επικεφαλής της ΕΚΤ, Ζαν Κλοντ Τρισέ, δήλωσε ότι: «Δε σχολιάζω παράλογες υποθέσεις». Λέγοντας ουσιαστικά ότι το σενάριο αποχώρησης μιας χώρας από την ευρωζώνη είναι εξωπραγματικό.
Πριν από περίπου ένα μήνα ο Ανδρέας Βγενόπουλος –αλλά όχι μόνο- μίλησε για πρόσκαιρη αποχώρηση από την ευρωζώνη (για ένα διάστημα από 1 έως 2 έτη). Κάποιοι τότε σχολίασαν ότι κάτι τέτοιο θα ήταν καταστροφικό και ότι θα οδηγούσε σε τραγική υποτίμηση της δραχμής, με όλα τα συνεπακόλουθα. Ας εξετάσουμε λίγο το ενδεχόμενο, πρακτικά και θεωρητικά.
Κατ’ αρχήν, ας τονίσουμε κάτι το οποίο δεν είναι ευρέως γνωστό –ίσως και καθόλου. Σε περίπτωση εξόδου από την ευρωζώνη, η Ελλάδα, όχι απλά μπορεί να πάρει μεγαλύτερη οικονομική βοήθεια από την Ε.Ε, σε σχέση με αυτή που παίρνει σήμερα, αλλά επίσης μπορεί να διαπραγματευτεί με τις άλλες χώρες της Ένωσης την ακύρωση μέρους του εθνικού της χρέους, ως αντάλλαγμα για την αποχώρησή της.
Με την ενδεχόμενη αποχώρηση από την ευρωζώνη, η υποτίμηση της δραχμής, που θεωρείται αυτονόητη, θα θέσει αμέσως υπό πίεση το νέο νόμισμα και θα οδηγήσει τα επιτόκια σε διψήφιους αριθμούς. Εκεί μπαίνει η εναλλακτική λύση για την Ελλάδα. Να ζητήσει πληρωμή με τη μορφή οικονομικής βοήθειας για την αποχώρησή της, σύμφωνα με το άρθρο 50 της Συνθήκης του Μάαστριχτ. Αυτό, όπως γίνεται αντιληπτό, θα ήταν μια συμφέρουσα λύση για όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη, ενώ η Ελλάδα θα κέρδιζε και χρόνο για τις αναγκαίες προσαρμογές. Θα είχε επίσης την ευκαιρία να ακολουθήσει μια ανεξάρτητη νομισματική και συναλλαγματική πολιτική, ενώ η εθνική της κυριαρχία θα έπαυε να βρίσκεται υπό τις αυστηρές οδηγίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Βέβαια, όσο μεγαλύτερη είναι η υποτίμηση, τόσο πιο δύσκολη θα είναι η αποπληρωμή του χρέους σε ευρώ. Όμως, σε περίπτωση απόσυρσης από την ευρωζώνη, οι άλλες χώρες θα μπορούσαν να συμφωνήσουν στην παροχή βοήθειας, προκειμένου να υποστηρίξουν την συναλλαγματική ισοτιμία, σύμφωνα με το άρθρο 123/124 της Συνθήκης του Μάαστριχτ. Πάντως πρέπει να τονιστεί ότι μόνο με την εφαρμογή αυστηρών μεταρρυθμίσεων μπορούν να αποφευχθούν τα χειρότερα, δηλαδή η χρεωκοπία δημοσίων και ιδιωτικών επιχειρήσεων. Ο κίνδυνος ενός φαύλου κύκλου που θα περιλαμβάνει υψηλά επιτόκια, οικονομική αδυναμία και αυξανόμενες χρεωκοπίες –όπως έγινε στην Αργεντινή- δυστυχώς δε μπορεί να αποκλεισθεί. Και λαμβάνοντας υπόψη την μηδαμινή ανάπτυξη στην Ελλάδα και την έλλειψη επενδύσεων, αποτελεί ισχυρό ενδεχόμενο.
Σε περίπτωση αποχώρησης από την ευρωζώνη, η δραχμή λογικά θα πρέπει να κυκλοφορεί ταυτόχρονα με το ευρώ. Μόνο που το ευρώ θα κινείται ως συνάλλαγμα. Η ύπαρξη ενός δεύτερου νομίσματος που θα λειτουργεί παράλληλα με το εθνικό νόμισμα προσφέρει κάποια πλεονεκτήματα, αν το καλοσκεφτούμε. Πρώτον, οι συναλλασσόμενοι στις αγορές θα έχουν την νομικά κατοχυρωμένη επιλογή μεταξύ των δυο νομισμάτων. Δεύτερον, η Τράπεζα της Ελλάδος θα βρίσκεται συνεχώς υπό πίεση να σταθεροποιήσει τη νέα δραχμή και η κυβέρνηση θα αναγκάζεται να κάνει μεταρρυθμίσεις εκ νέου. Αμφότερα πολύ σημαντικά. Έτσι, η αξιοπιστία του νέου νομίσματος θα ενισχυθεί και επιπλέον θα γίνει ευκολότερη η μελλοντική επάνοδος της Ελλάδας στην ευρωζώνη.
Γενικά, τα προβλήματα αυτά που αντιμετωπίζει η ευρωζώνη είναι κυρίως δομικά. Κάτι απόλυτα φυσιολογικό, αφού πρόκειται για ένα «κατασκεύασμα» που αποτελείται από κράτη-μέλη διαφορετικών δυνατοτήτων και ταχυτήτων. Όταν πρωτοσχεδιάστηκε η Ε.Ε, το όνειρο ήταν να γίνει ένα αντίγραφο της Αμερικής. Πως όμως αυτό θα μπορούσε να είναι δυνατό; Η Αμερική είναι απλά σπασμένη σε πολιτείες, αλλά πρόκειται για την ίδια χώρα, με το ίδιο –εξαρχής- νόμισμα, με ανθρώπους που μιλούν την ίδια γλώσσα, με κοινό πολιτικό, πολιτιστικό και οικονομικό παρελθόν. Η Ευρώπη αποτελεί ένα εντελώς διαφορετικό παράδειγμα. Ένα παζλ γλωσσών, ιστορίας, οικονομίας, πολιτισμού, ανάπτυξης, παραγωγής κ.ο.κ. Κάτι που δε χρειάζεται περαιτέρω σχολιασμό και ανάλυση.
Η υποτίμηση ενός νομίσματος δεν είναι απαραίτητα μια κακή λύση ανάγκης. Άλλωστε στο παρελθόν, αυτό έχει εφαρμοστεί από σχεδόν όλες τις χώρες της Μεσογείου, με κύριο στόχο τη βελτίωση της εξαγωγική τους ικανότητας. Όμως με τη νομισματική ένωση, αυτή η δικλείδα ασφαλείας έπαψε να αποτελεί λύση και χάθηκε ανεπιστρεπτί.
Εν κατακλείδι, το ενδεχόμενο της παροδικής αποχώρησης από το ευρώ ίσως και να μην είναι κακή ιδέα. Αλλά από ότι φαίνεται και από ότι δήλωσε ο Τρισέ, αυτό αποτελεί σενάριο φαντασίας στην παρούσα φάση. Εκτός… και αν το ζητήσει αυτόβουλα ο Παπανδρέου. Άλλωστε δεν πρέπει να ξεχνάμε και τον ουσιαστικό αντίκτυπο στη χώρα. Στον κόσμο. Πως θα μας φαίνεται άραγε να πληρώνουμε το cappuccino 1.500 δραχμές; Ποσό, αδιανόητο κατά την προηγούμενη δεκαετία. Θα δίνουμε tip 340 δραχμές; Ή μήπως θα γυρίσουμε στα ωραία κατοστάρικα (που και πολλά ήταν); Θα πληρώνουμε την βενζίνη 510 (!!!) δραχμές το λίτρο;
Υπάρχουν λοιπόν 3 σενάρια. Αν η παγκόσμια οικονομία πέσει σε νέα ύφεση, θα πρέπει να είμαστε έτοιμοι να αντιμετωπίσουμε μεγάλη φτώχεια, ενώ το επίπεδο ζωής θα πέσει στα επίπεδα του 1970. Αν η διεθνής οικονομία πάει μέτρια, θα υπάρχει μάλλον παρατεταμένη περίοδος ύφεσης ή τουλάχιστον στασιμότητας. Ενώ, τέλος, σύμφωνα με το πιο αισιόδοξο σενάριο, αν η παγκόσμια οικονομία πάει καλά, τότε σίγουρα και η Ελλάδα θα ακολουθήσει, βελτιώνοντας τους κρίσιμους οικονομικούς της δείκτες. Το ζητούμενο είναι για πόσο καιρό ακριβώς, καθώς είναι άγνωστο το αν μπορεί πραγματικά η χώρα μας να ανταγωνιστεί στο διεθνές οικονομικό ράλι που θα λάβει χώρα. Ειδικά, δε, από τη στιγμή που θα έχει να ανταγωνιστεί χώρες που απολαμβάνουν τεράστια ανάπτυξη, επενδύσεις, εξαγωγές και παραγωγή. Time will tell…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.