Δημοσίευση στην εφημερίδα Greek News http://www.greeknewsonline.com/, στα πλαίσια της καμπάνιας "Αυτό το καλοκαίρι πάμε Ελλάδα"
Δεκέμβριος 2005. Βαρύς. Μελαγχολικός. Σκοτεινός. Βροχερός. Ψάχνω απεγνωσμένα μια καλοκαιρινή ανάμνηση, για να με βγάλει από την εικονική κατάθλιψη. Έτσι δεν κάνουμε πάντα; Όταν ζούμε κάτι όμορφο, προσπαθούμε με όλη τη δύναμη της ψυχής και του μυαλού μας να το κρατήσουμε εκεί, για να μας δίνει δύναμη και ζεστασιά όταν θα το χρειαστούμε. Καταιγισμός εικόνων, εγκεφαλικών βίντεο, χαμόγελα, ήλιος, ζέστη, θαλασσινή αύρα, ούζο, μεζέδες, κύμα, χωριάτικη σαλάτα, άμμος στα πόδια, αντηλιά, γαλαζοπράσινα νερά. Οι κάρτες του μυαλού πέφτουν η μία μετά την άλλη και ο εγκέφαλος αναζητά την πιο όμορφη ανάμνηση.
Αρχές Αυγούστου 2002. Σίφνος. Επιλογή χωρίς αιτία. Νομίζω ότι λόγω απόστασης, εμείς οι Αθηναίοι επιλέγουμε τις Κυκλάδες. Δεν μας πειράζει η άγονη γη και το λιοπύρι. Έτσι κι αλλιώς δεν είμαστε συνηθισμένοι στο πράσινο. Μας γοητεύει το λευκό με το μπλε, τ’ άγρια βράχια και τα μαγικά ηλιοβασιλέματα στο βάθος του ορίζοντα. Οι Κυκλάδες είχαν πάντα στην καρδιά μου μια ιδιαίτερη θέση. Τα απόκρημνα βράχια, τα αυγουστιάτικα μελτέμια, ο ήλιος στα ασβεστωμένα σπίτια, η φούξια βουκαμβίλια στις πεντακάθαρες αυλές, το άρωμα του γιασεμιού τα βράδια.
Περιπλανιέμαι στο νησί με αγαπημένη συντροφιά. Οι Καμάρες είναι -θα ‘λεγε κανείς- ένα εντυπωσιακό λιμάνι. Όχι λόγω μεγέθους. Αλλά λόγω τοπογεωγραφίας. Πανύψηλα βουνά και άγονα βράχια δημιουργούν –μαγικά λες- ένα απάνεμο λιμάνι και στο βάθος μια υπέροχη αμμουδιά. Ρηχή, με ζεστά νερά και χρυσή άμμο. Μια σειρά αλμυρίκια σε όλο της το μήκος διασφαλίζουν την πολυπόθητη δροσιά, κάτω από τον καυτό καλοκαιρινό ήλιο και τα άσπρα σπίτια στα υψώματα φαντάζουν λιλιπούτεια.
Ο παραδοσιακός ξενώνας είναι ιδιαίτερος. Έχει χτιστεί με αγάπη και μεράκι. Τα δωμάτια είναι σα νησιώτικα σπίτια. Κουζίνα με πήλινα πιάτα, ξυλόγλυπτα σεντούκια, χειροποίητα κεντητά και κρεβάτια με θόλους. Η θέα στο λιμάνι είναι απλά –πολύ απλά- αφοπλιστική. Ειδικά κατά το ηλιοβασίλεμα. Τότε που ο ήλιος αποφασίζει να ενώσει τη θάλασσα και τον ουρανό με εκείνο το φλογερό κόκκινο χρώμα, που μαγνητίζει όλους όσους έχουν την τύχη να το δουν και να το απαθανατίσουν.
Πρωί στην Απολλωνία. Μη φανταστείτε. Ένα στενό είναι. Αλλά τι στενό! Ένα ανηφορικό σοκάκι με καφετέριες, καφενεδάκια, μπαράκια, κοσμηματοπωλεία, εκκλησιές και αυλές με φωτισμένα παράθυρα και πάλλευκες κουρτίνες. Νιώθεις λίγο σα να είσαι σε σπίτι. Βγαίνεις από το ένα δωμάτιο και περνάς στο άλλο. Περίεργα οικεία, απόκοσμα νοσταλγικά, μυστηριωδώς ελκυστικά. Στο τέρμα σχεδόν του εμπορικού –ας πούμε- τμήματος του δρόμου υπάρχει ένα παραδοσιακό καφενείο. Εκείνο με τα μαρμάρινα τραπεζάκια και τις ψάθινες καρέκλες. Θυμάμαι κάτι φωτογραφίες του παππού μου, να διαβάζει την εφημερίδα Ακρόπολη, σε κάτι τέτοιες. Δεν προσφέρει τίποτα το ιδιαίτερο. Κάνα μεζεδάκι, ούζο, τσίπουρο και μπύρα. Μα δε θέλεις και τίποτα περισσότερο όμως. Βαρεθήκαμε τα δήθεν γκουρμέ και τα περίτεχνα πιάτα. Μερικές φορές την πατάτα θέλεις απεγνωσμένα να την πιάσεις με το χέρι…
Όσο μεσημεριάζει, μια βουτιά στα κρυστάλλινα, γαλαζοπράσινα νερά είναι όχι μόνο επιθυμητή, αλλά και απαραίτητη. Η Σίφνος, εκτός από τις Καμάρες, δεν έχει εντυπωσιακές παραλίες, αλλά η τοποθεσία της Χρυσοπηγής σε αποζημιώνει με την αδιανόητα αυθεντική της ομορφιά. Και σε κάνει να ξεχνάς τα μικρά βότσαλα, που σου τρυπούν τα πόδια –τουλάχιστον έξω-έξω. Ο γραφικός κολπίσκος αγναντεύει την ιστορική μονή της Παναγίας της Χρυσοπηγής του 17ου αιώνα, που είναι και από τις πλέον πολυφωτογραφημένες –όχι μόνο του νησιού, αλλά και του Αιγαίου ολάκερου. Μια στενή λωρίδα-διάδρομος την ενώνει με την ξηρά. Η ταβέρνα του Λεμπέση, απέναντι από την εκκλησία, είναι από τις πιο γνωστές του νησιού και έχω την εντύπωση πως κάνει το ωραιότερο μαστέλο! Πυκνά θαλασσόδεντρα λικνίζονται στο αιγαιοπελαγίτικο μελτέμι και δίνουν στο κρυστάλλινο νερό εκείνο το απίστευτο σμαραγδένιο χρώμα.
Μια βόλτα στον Αρτεμώνα είναι αρκετή για να σου θυμίσει τα περασμένα –αλλά όχι απαραίτητα- μεγαλεία του νησιού. Εκπληκτικά αρχοντικά, μοναδικής αρχιτεκτονικής, δυστυχώς τα περισσότερα εγκαταλελειμμένα, εντυπωσιάζουν το βλέμμα και κάνουν τη φαντασία να ταξιδεύει. Σπίτια καπετανέων κυρίως, φέρουν όλα σχεδόν κάποιο οικόσημο στην είσοδο, τεράστιους κήπους με γηραλέους φοίνικες και ξερά στάχια. Μεγάλοι φράκτες και καγκελόπορτες με λουκέτα αποτρέπουν τους περίεργους επισκέπτες, αλλά δεν μπορούν να εμποδίσουν το βλέμμα, ούτε τη σκέψη. Τι εκδηλώσεις να γίνονταν άραγε κάποτε εκεί; Στο γυρισμό από τον ίδιο δρόμο, στα δεξιά ένα παραδοσιακό σπίτι, με μπλε ραφ παράθυρα. Η πόρτα είναι ανοιχτή και όποιος ξέρει, μπαίνει. Μαγαζί είναι. Αλλά και σπίτι. Είναι το πιο παλιό εργαστήριο λουκουμιών του νησιού. Η γιαγιά που το λειτουργεί και που τα φτιάχνει μόνη της έχει μια απίστευτη προσωπικότητα. Μπορεί κανείς να κάτσει και να την ακούει για ώρες. Είναι αρχοντική. Έξυπνη. Γοητευτική. Με λέγειν! Πάντα με εντυπωσίαζε η σοφία των παλαιότερων και πάντα μου άρεσε να ακούω ιστορίες από το παρελθόν. Το παρελθόν που δεν έζησα έχει μια ξεχωριστή γοητεία. Γιατί ακούγοντας την ιστορία, παλεύεις να φτιάξεις και την αντίστοιχη εικόνα. Κι αυτό δεν είναι μόνο δημιουργικό, αλλά και αφάνταστα ενδιαφέρον. Σα ένα σταυρόλεξο εικόνων. Οξύμωρο ε;
Από όλα όμως τα αρώματα, τα χρώματα και τις εικόνες της Σίφνου, ξεχωρίζει το Κάστρο. Αν και έχω γυρίσει το Αιγαίο, όμοιό του δεν έχω ματαδεί. Σε προκαλεί και σε προσκαλεί να το ανακαλύψεις και να ταξιδέψεις μαζί του στην εποχή των Κουρσάρων. Είναι γεμάτο μυστήριο, παλιές ιστορίες, εκπληκτική αρχιτεκτονική, δαιδαλώδη δόμηση και σαγηνευτική –αν μη τι άλλο- θέα. Όταν διάβασα την ιστορία του, κατάλαβα ότι τίποτα δεν έγινε τυχαία εκεί, εντός των τειχών. Χαρακτηριστικός οχυρωματικός οικισμός της Ενετικής περιόδου. Στα σπίτια που βρίσκονται χαμηλά, σχεδόν στους πρόποδες του λόφου, ζούσαν κάποτε οι λαϊκές τάξεις. Αντίθετα, η αριστοκρατία ήταν οχυρωμένη στην κορυφή. Η είσοδος από τις λεγόμενες λότζιες –παλιές είσοδοι-στοές- σε κάνει να σκέφτεσαι ότι κάποιος ιππότης θα φανεί καβάλα σε περήφανο άλογο, μόλις διαβείς την επόμενη γωνία.
Πέρα όμως από το ιστορικό ενδιαφέρον που παρουσιάζει, το Κάστρο έχει και ένα μοναδικό πλεονέκτημα. Η πίσω πλευρά του έχει ίσως την καλύτερη θέα σε ολόκληρο το Αιγαίο. Είναι κάτι που αρχικά δεν πιστεύεις ότι βλέπεις. Δεν πιστεύεις ότι ζεις ή ότι θα ξαναζήσεις, εκτός αν το ξαναεπισκεφτείς. Η εικόνα σε καθηλώνει. Ευτυχώς έχει κάτι παγκάκια εκεί, χορταριασμένα μεν, χρήσιμα δε. Είναι τόσο «μεγάλη» η οπτική, που δεν μπορείς να την χωρέσεις στο μυαλό σου σε ένα ή δύο λεπτά. Ο αέρας φυσά και διαπερνώντας τις στοές των σπιτιών κάνει έναν σχεδόν απόκοσμο αντίλαλο. Το Αιγαίο σε αιχμαλωτίζει με την απεραντοσύνη του και σκέφτεσαι ότι μόνο σεβασμό μπορείς να νιώσεις γι’ αυτή την αδιανόητη φυσική ομορφιά. Από τότε, όσες φορές κι αν έχω πάει, νιώθω κάτι σαν συγκίνηση. Ίσως επειδή γνωρίζω καλά πως ζω στην πιο όμορφη χώρα του κόσμου. Και έχοντας ταξιδέψει σχεδόν σε όλο τον κόσμο, έχω το δικαίωμα να το πω αυτό.
Εκεί, λοιπόν, στην πίσω πλευρά του Κάστρου, υπάρχει και κάτι ακόμα που μπορεί να σου στοιχειώσει το μυαλό. Είναι το εκκλησάκι των Επτά Μαρτύρων. Η φύση και ο Θεός συνωμότησαν για τη δημιουργία αυτού του μνημείου. Από τον βράχο του Κάστρου ξεκινά μια θεόστενη λωρίδα γης, περίπου 50 μέτρων. Τα πολυάριθμα σκαλάκια οδηγούν σε ένα μικρό βράχο-ύψωμα, στο οποίο σκαρφαλωμένη είναι η εκκλησιά. Το μικρό σχεδόν τετράγωνο κτίσμα με τον μπλε τρούλο μοιάζει να αιωρείται στο απέραντο γαλάζιο, ειδικά αν το κοιτάξεις από μια συγκεκριμένη οπτική γωνία, που «εξαφανίζει» τα σκαλάκια που οδηγούν εκεί. Μερικές φορές απορώ. Απορώ με το μεγαλείο της φύσης, αλλά και την γενναιοδωρία της με την Ελλάδα. Κι όμως. Αυτό το μικρό οικόπεδο της Μεσογείου έχει όλα τα καλά. Βουνά, λίμνες, οροπέδια, φαράγγια, νησιά, παραλίες, καταρράκτες, σεληνιακά τοπία, δάση, υποθαλάσσιες χαράδρες, ηφαίστεια, πετρέλαιο, χρυσό, εύφορο έδαφος, πρώτες ύλες. Κι όμως –πάλι. Τίποτα. Σχεδόν τίποτα από όλα αυτά δεν εκμεταλλευόμαστε.
Μάιος 2011. Λέω να ξαναπάω φέτος στη Σίφνο. Να φτιάξω καινούριες εικόνες. Καινούριες θύμησες. Με άλλη παρέα. Άλλα μυαλά. Διαφορετική ψυχολογία. Να εκτιμήσω αλλιώς. Να δω τα πράγματα πιο σφαιρικά. Να αναθεωρήσω και να αναπλάσω την ψυχική μου υπόσταση. Θα κάτσω εκεί, στο –ακόμα, βάζω στοίχημα- χορταριασμένο παγκάκι και θα αγναντέψω το Αιγαίο. Θα προσπαθήσω να μαντέψω γιατί όλοι όσοι κυβέρνησαν και κυβερνούν αυτή την υπέροχη, πανέμορφη και ευλογημένη χώρα έχουν βάλει τα δυνατά τους να την καταστρέψουν. Δε νομίζω να καταλήξω πουθενά. Άλλωστε πιστεύω ακράδαντα ότι δεν είναι μόνοι στην προσπάθειά τους αυτή. Ο φθόνος για αυτή τη χώρα προέρχεται από πολλές πηγές, εντός και εκτός. Θα συνωμοτήσει άραγε ο Θεός ώστε να διαψευστούν όλοι;