Περί αποτελεσμάτων και εκβιασμών…

Δημοσίευση στην εφημερίδα Greek News http://www.greeknewsonline.com/


Αναλύσεις επί αναλύσεων, τηλεοπτικών, ραδιοφωνικών και έντυπων, έγιναν επί των δημοτικών και περιφερειακών εκλογών που πραγματοποιήθηκαν τις δύο τελευταίες Κυριακές στην Ελλάδα. Οι ανατροπές ήταν πολλές, αλλά κατ’ εμέ αναμενόμενες, για πολλούς λόγους.

Δεν ξέρω κατά πόσο εντέλει έπαιξε ρόλο ο (πεντακάθαρος) εκβιασμός του Πρωθυπουργού. Δεν ξέρω αν τον εννοούσε. Δεν ξέρω αν ήταν μπλόφα. Αυτό που ξέρω σίγουρα είναι ότι θα τον χαρακτήριζα «φτηνό». Μπορεί να λέγονται πολλά για την ισχύ ή την αποτελεσματικότητα του Πρωθυπουργού, αλλά ο χαρακτηρισμός «φτηνός» δεν του ταιριάζει καθόλου. Δεν «κολλάει» καθόλου με την εικόνα και το ποιόν του σαν άνθρωπος. Και η αλήθεια είναι επίσης ότι κανείς δεν το εκτίμησε. Κανείς απολύτως δεν βγήκε να πει «μπράβο! Αυτό ήταν το ιδανικό στρατηγικό κόλπο. Αυτό έπρεπε να κάνει ως Πρωθυπουργός». Για μένα εκτός από φτηνός, αυτός ο εκβιασμός ήταν και unnecessary.

Το αν τα αποτελέσματα των εκλογών οφείλονται σε αυτόν τον εκβιασμό θα έλεγα ότι είναι αμφίβολο. Από τη μία, δε νομίζω ότι ο Έλληνας εκφοβίζεται έτσι εύκολα. Ούτε νομίζω ότι όσοι εντέλει πήγαν να ψηφίσουν, είχαν στο μυαλό τους «ωχ αν δεν ψηφίσω ΠΑΣΟΚ, θα γίνουν εκλογές και μετά χαθήκαμε». Εκείνο που πιστεύω όμως είναι ότι ο Σαμαράς was shaking in his boots. Σαν κόμμα αυτή τη στιγμή η Νέα Δημοκρατία δεν θα μπορούσε να σταθεί στην εξουσία. Και το τραγικό είναι ότι παρά τις τεράστιες δυσκολίες που αντιμετωπίζει η Ελλάδα αυτή τη στιγμή, παρά το μνημόνιο, τις αβάσταχτες περικοπές και τη γενική οικονομική και κοινωνική κατάσταση, ο κόσμος δε θέλει τη Νέα Δημοκρατία στην κυβέρνηση. Είτε λόγω παντελούς έλλειψης σοβαρών στελεχών είτε λόγω αρχηγού είτε λόγο πρότερου «διαφανούς, σεμνού και ταπεινού» βίου. Ο Σαμαράς το γνωρίζει αυτό και πιστεύω ότι ο ίδιος λογικά θα πρέπει να παραδέχεται πως η μόνη θέση που του αρμόζει αυτή τη στιγμή –και που είναι υπεραρκετή- είναι αυτή της αντιπολίτευσης. Τίποτε παραπάνω.

Στην Αθήνα τα πράγματα θα έπρεπε και εντέλει ήταν προδιαγεγραμμένα. Η κατάντια και η κατηφόρα της πόλης ειδικά τα τελευταία 4-5 χρόνια έχει υπάρξει ταχύτατη, δραματική, ορατή και δυσβάσταχτη για τους κατοίκους της. Λυπάμαι πολύ που το λέω –γιατί εγώ θα ντρεπόμουν αν ήμουν στη θέση του- ο πρώην Δήμαρχος –παρά την συμπαθή προηγούμενη πολιτική του θητεία- ήταν απών. Σε όλα. Σε όλα, εκτός από ένα. Το Κολωνάκι. Μερικές φορές αναρωτιέμαι πραγματικά βλέποντας όχι μόνο αυτόν, αλλά και πάρα πολλούς πολιτικούς, να τριγυρνάνε διαρκώς στην Πλατεία και τους γύρω δρόμους, how exactly do they make things happen? Αre they actually working? Are they pulling our legs in such an obvious way? How do they get things done? I am working 16 hours a day and they are still not enough. And they have to run a country, a municipality even… and they are sipping coffees and having lunch at expensive restaurants, like every day? All day?

Ζώντας στην Αθήνα –στο κέντρο της Αθήνας- όλα μου τα χρόνια, εκτός από εκείνα που ζούσα Αμερική, είμαι εις θέσιν και έχω το αναφαίρετο δικαίωμα να κρίνω, να συγκρίνω, σχολιάσω και να κατακρίνω. Μερικές φορές σκέφτομαι πως μια τόσο όμορφη πόλη –όπως μου έχουν πει ότι ήταν μεταπολεμικά- κατάφερε να γίνει τόσο άσχημη, τόσο αδηφάγος, τόσο «βρώμικη» και ανυπόφορη. Η γοητεία της πλέον περιορίζεται αυστηρά στο ιστορικό κέντρο –Θησείο, Πλάκα, Μοναστηράκι, Ακρόπολη, Φιλοπάππου- και πάλι όμως ουδεμία σύγκριση με το παρελθόν.

Ο πρώην Δήμαρχος δεν ασχολήθηκε με ΤΙΠΟΤΑ άλλο παρά μόνο με τα παρτέρια της Κανάρη, της Πλατείας, της Πατριάρχου Ιωακείμ και την τρις ασφαλτόστρωση της Σκουφά, in the middle of the summer. Δεν γύρισε στις γειτονιές, δεν μίλησε με κανέναν, δεν αφουγκράστηκε κανένα πρόβλημα, δεν ασχολήθηκε με κανένα πρόβλημα, δεν έλυσε κανένα πρόβλημα. Πολύ απλά προφανώς γιατί δεν τον ένοιαξε τίποτα. Το αστείο όμως –που καθόλου αστείο δεν ήταν για τον ίδιον- ήταν ότι οι Αθηναίοι τον πλήρωσαν με τον ίδιο νόμισμα. Με αιχμή δόρατος μάλιστα το ίδιο το Κολωνάκι, που τον καταψήφισε επιδεικτικά.

Την ίδια στιγμή, που γειτονιές όπως της Κυψέλης, του Αγίου Παντελεήμονα, της Πλατείας Βικτωρίας, της Πλατείας Κολιάτσου και πολλές-πολλές ακόμα ασφυκτιούν από το παλιρροιακό κύμα των μεταναστών, που αναγκάζει τους κατοίκους –εκείνους τουλάχιστον που μπορούν- να φεύγουν. Τα ενοικιαστήρια και τα πωλητήρια προστίθενται το ένα μετά το άλλο, τα μαγαζιά κλείνουν το ένα μετά το άλλο –ειδικά στην Πατησίων (αλλά και αλλού προφανώς)- και το βράδυ όλες οι παραπάνω περιοχές μετατρέπονται σε ένα απέραντο πεζοδρόμιο… και ο νοών νοείτο.

Πάρκα δεν δημιουργήθηκαν, χώροι δεν αναπλάστηκαν, χριστουγεννιάτικα φώτα δεν άναψαν πουθενά παρά μόνο στην Πλατεία Συντάγματος και την Βασιλίσσης Σοφίας, παράνομοι υπαίθριοι πωλητές καταλαμβάνουν τα πεζοδρόμια παντού. Εξαθλίωση, εγκληματικότητα, βρωμιά και εγκατάλειψη. Οι Αθηναίοι περίμεναν και άξιζαν κάτι καλύτερο. Δεν ξέρω ο Καμίνης τι θα κάνει. Θα εκφράσω όμως χωρίς –ως συνήθως- κανένα δισταγμό την συμπάθειά μου για τον Γιώργο Αμιρά. Το παιδί αυτό είναι τόσο συμπαθές, έχει τόση διάθεση, όρεξη και ιδέες, που θα ήθελα πραγματικά να τον δω να πολεμά και να πραγματοποιεί έστω και μερικές μόνο από αυτές. Δεν πιστεύω ότι η Αθήνα θα γίνει ποτέ η πόλη των ποδηλάτων, αλλά είμαι σίγουρη ότι μπορεί να αναγεννηθεί από τις στάχτες της. Όπως το ‘χει κάνει τόσες πολλές φορές.

Η Θεσσαλονίκη από την άλλη ήταν ένα θρίλερ. Το θρίλερ των 300 ψήφων. Γιατί αυτή ήταν η διαφορά των δύο βασικών υποψηφίων. Δε ξέρω με τι κριτήρια ψήφισε η συμπρωτεύουσα. Εμένα πάντα θα μου φαίνεται σαν μια από τις πιο όμορφες, συμπαθητικές και ευχάριστες πόλεις της Ελλάδας. Ίσως όμως έπαιξε ρόλο και η φράση του Άνθιμου: «όσο περνά από το χέρι μου, δημαρχεία δε θα δεις», απευθυνόμενος στον Μπουτάρη. Ναι. Έτσι και ΔΕΝ έγινε. Ο Μπουτάρης νίκησε την δεύτερη Κυριακή και απομένει να δούμε τι θα κάνει για την πόλη της Θεσσαλονίκης.

Αυτό που αξίζει να σχολιάσουμε είναι η γενική εικόνα των εκλογών, σύμφωνα με την οποία –όπως ανέφερα και πριν- ελάχιστες -if any- ήταν οι απώλειες για το κυβερνών κόμμα. Εντυπωσιακό, από τη μία. Αναμενόμενο από την άλλη. Φάνηκε όμως ότι όσοι κατέβηκαν να ψηφίσουν –και το τονίζω αυτό, καθώς το ποσοστό της αποχής έφτασε σε επίπεδα ρεκόρ- δεν καταψήφισαν εντέλει το μνημόνιο (όπως κάποιοι τους ζήτησαν), αλλά σιωπηλά το αποδέχτηκαν ως πραγματικά τη μόνη λύση. Επίσης φάνηκε η αδυναμία του κόμματος της αντιπολίτευσης να πείσει –και μάλιστα σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα από τις περυσινές βουλευτικές εκλογές- ότι μπορεί να κάνει κουμάντο. Ή ότι θέλουμε να κάνει κουμάντο.

Είναι όμως πραγματικά θαυμαστό. Πως τα 20 χρόνια φαγοποτιού από το ΠΑΣΟΚ έχουν «ξεχαστεί», αλλά δε ξεχνιούνται με τίποτα τα 4-5 χρόνια της ΝΔ. Ίσως γιατί το ΠΑΣΟΚ έδωσε σε πολλούς να φάνε. Ίσως γιατί υπήρχε ανάπτυξη. Ειδικά επί Σημίτη. Ίσως γιατί το ΠΑΣΟΚ δεν πλασαρίστηκε ΠΟΤΕ ως το κόμμα της διαφάνειας και της ταπεινότητας, δηλαδή ποτέ ως κάτι που δεν ήταν. Η ΝΔ από την άλλη προσπάθησε και κατάφερε να φάει ό,τι δεν είχε φάει 20 χρόνια. Επιδεικτικά και απερίσκεπτα. Άλλες φορές με πλήρη επίγνωση και καμία αιδώ. Ίσως εκεί έπαιξε το κλειδί της απόλυτης δυσαρέσκειας και αποτροπής προς το κόμμα της τωρινής αντιπολίτευσης.

Τώρα που οι φόροι μας πνίγουν –εμάς τους μικρούς-, τώρα που οι απολύσεις είναι καθημερινό φαινόμενο, τώρα που η αγοραστική δύναμη αγγίζει το μηδέν, τώρα που η εγκληματικότητα χτυπά κόκκινο, τώρα που η Ευρώπη μας κοιτάζει με μισό μάτι, τώρα που οι τιμές ανεβαίνουν –συντροφιά με το ΦΠΑ- τώρα που οι περικοπές στα νοικοκυριά είναι θέμα επιβίωσης, τώρα που έχει μπει στο τραπέζι το Αιγαίο, ο Έλληνας δεν φαίνεται έτοιμος να γυρίσει την πλάτη στο κυβερνών κόμμα και δεν πιστεύω ότι αυτό έχει να κάνει με τον εκβιασμό του Πρωθυπουργού. Γι’ αυτό και άλλωστε τον χαρακτήρισα unnecessary.

Αυτό που απομένει να δούμε είναι όχι τόσο το τι θα κάνουν οι νέοι δήμαρχοι και περιφερειάρχες, όσο το τι θα κάνει η ίδια η Κυβέρνηση για να στηρίξει την ανάπτυξη με ουσιαστικά μέτρα –έχει περάσει ήδη ένας χρόνος και το επιχείρημα του «τι μπορούμε να κάνουμε σε 2-3 μήνες» δεν περνάει πια-, να πολεμήσει την ανεργία και πρωτίστως να αποκαταστήσει την αξιοπρέπεια της χώρας στη διεθνή σκηνή. Ο ιδιωτικός τομέας και οι ελεύθεροι επαγγελματίες δουλεύουν πολύ σκληρά στην Ελλάδα, αλλά οι εκάστοτε κυβερνήσεις αντί να γίνουν αρωγός της ιδιωτικής πρωτοβουλίας και δραστηριότητας, την βλέπουν ως πηγή εσόδων. Και είναι τόσο κοντόφθαλμο αυτό, όσο και το mentality εκείνων που τις (τις κυβερνήσεις) απαρτίζουν: «ότι φάμε κι ότι πιούμε». Το μόνο σίγουρο είναι ότι έτσι αποκλείεται να πάμε μπροστά. Μόνο πίσω. Και μάλιστα με μεγάλα βήματα…

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.