Το ΔΝΤ και η Ε.Ε διέταξαν μέσω του μνημονίου μείωση μισθών, συντάξεων, αύξηση φόρων, πάταξη της φοροδιαφυγής, αύξηση των κρατικών εσόδων. Ίσως ο Παπανδρέου να μην είχε άλλη επιλογή. Ίσως όμως και να είχε. Άλλωστε το παρεμβατικό παρελθόν του ΔΝΤ σε άλλες χώρες δεν ήταν και ιδιαίτερα επιτυχημένο, με παραδείγματα όπως αυτά της Ουγγαρίας, της Πολωνίας και φυσικά της Αργεντινής. Πάντως, ο ένας μετά τον άλλον, σχεδόν όλοι οι Ευρωπαίοι πολιτικοί μειώνουν τις κρατικές δαπάνες και επιδοτήσεις, σε μια προσπάθεια να μειώσουν τα δραματικά ελλείμματα και τα χρέη, αλλά και να αποκαταστήσουν την εμπιστοσύνη των επενδυτών, να μειώσουν τα επιτόκια δανεισμού και να βελτιώσουν την ανάπτυξη.
Κάποιοι υποστηρίζουν ότι έχουμε περάσει τα δύσκολα. Κάποιοι ότι ακόμα δεν έχουμε δει τα χειρότερα –σε παγκόσμιο και όχι μόνο σε τοπικό επίπεδο. Όμως η αλήθεια είναι ότι η ανεργία καλπάζει –σε Ευρώπη και Αμερική-, ενώ η κατανάλωση έχει πέσει κατακόρυφα. Αυτό σημαίνει ότι δεν κινείται η αγορά, ότι δεν υπάρχει ανάπτυξη στον ιδιωτικό τομέα, ότι δεν γίνονται επενδύσεις και ότι ο κόσμος είναι γενικώς εξαιρετικά επιφυλακτικός. Μήπως, λοιπόν, δεν έχουμε δει ακόμα τα χειρότερα?
Η μείωση του ελλείμματος δημιουργεί κάποιες επιπλοκές στον ιδιωτικό τομέα, καθώς σε συνδυασμό με την αύξηση των φόρων, αφαιρείται ρευστό από τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις, ενώ από την άλλη με τις μικρότερες κρατικές δαπάνες, κατακρατούνται χρήματα, τα οποία θα ρίχνονταν otherwise στην αγορά. Επιπροσθέτως, οι επιχειρήσεις, επενδύουν λιγότερα χρήματα, κάτι που καθιστά ακόμα πιο δύσκολη την κατάσταση.
Σύμφωνα με στατιστικές που αφορούν στην Αμερική, τα τελευταία 15 χρόνια, οι επιχειρήσεις αποταμιεύουν περισσότερο και επενδύουν λιγότερο. Σε μια έκθεση του 2005 της JPMorgan Research αναφέρεται ότι από το 2002, οι αμερικανικές εταιρείες είχαν κατά μέσο όρο καθαρό πλεόνασμα της τάξης του 1.7% του ΑΕΠ, που ήταν μια ριζική αλλαγή σε σχέση με τα προηγούμενα 40 χρόνια, που παρουσίαζαν έλλειμμα της τάξης του 1.2% επί του ΑΕΠ. Πιο πρόσφατες έρευνες έχουν δείξει ότι διάφορες εταιρείες στην Ευρώπη, την Ιαπωνία και την Κίνα, εμφανίζουν επίσης πλεονάσματα, άνευ προηγουμένου.
Ο λόγος για τον οποίο έχουν στροφή στην αποταμίευση είναι γιατί οι κρατικές εταιρείες ανησυχούν ιδιαίτερα για τα κέρδη ανά τετραμηνία. Για να επιδείξουν βραχυπρόθεσμα κέρδη, αποφεύγουν να επενδύσουν σε μελλοντική ανάπτυξη. Ως γνωστόν, για να αναπτυχθούν νέα προϊόντα, να αγοραστεί νέος εξοπλισμός και για να επεκταθεί μια επιχείρηση απαιτείται κεφάλαιο. Απαιτούνται επενδύσεις σε έρευνα αγοράς, σε σχεδιασμό προϊόντων, σε νομικά έξοδα, σε πιθανές εξωτερικές συνεργασίες και φυσικά σε πρόσληψη νέου προσωπικού.
Αντί αυτών, οι εταιρείες προτιμούν να πληρώνουν υπέρογκα bonus στα ανώτατα στελέχη τους, να εκδίδουν ειδικά μερίσματα ή ακόμα και να «παίζουν» στο χρηματιστήριο, αποσκοπώντας σε εύκολη κερδοφορία. Αυτό όμως σημαίνει ότι δημιουργούν μια εκούσια τροχοπέδη στην οικονομική ανάπτυξη.
Ένα ακόμα πρόβλημα για την οικονομία είναι ότι όταν άρχισε η κρίση, οι οικογένειες, αλλά και τα μονομελή νοικοκυριά άρχισαν να μειώνουν δραστικά τα έξοδά τους, ενισχύοντας έτσι τους τραπεζικούς τους λογαριασμούς ή και προσπαθώντας να μειώσουν τις δόσεις δανείων και καρτών (που είναι άλλη μια μορφή αποταμίευσης). Αυτό ακριβώς γίνεται και στην Ελλάδα, όπου τα νοικοκυριά, ειδικά τον τελευταίο χρόνο, αποταμιεύουν πολύ περισσότερο, σε σχέση με παλαιότερα χρόνια. Προφανώς, λόγω φόβου για το μέλλον. Άλλωστε οι προβλέψεις δεν είναι και ιδιαίτερα ευοίωνες.
Όταν λοιπόν τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις προσπαθούν να αποταμιεύσουν περισσότερο και να ξοδεύουν λιγότερα, για να υπάρχει ισορροπία στην οικονομία πρέπει η κυβέρνηση και ο κλάδος εισαγωγών-εξαγωγών να εκταμιεύουν περισσότερα και να αποταμιεύουν λιγότερα. Με άλλα λόγια, πρέπει να υπάρχει ένα μεγάλο εμπορικό πλεόνασμα, ένα μεγαλύτερο κρατικό έλλειμμα ή ο συνδυασμός και των δύο. Αυτά, απλοϊκά δοσμένα, δεν είναι φιλοσοφίες κάποιας οικονομικής θεωρίας, αλλά απλή λογιστική.
Τι γίνεται λοιπόν όταν η κυβέρνηση αποφασίσει να εφαρμόσει ένα πρόγραμμα αυστηρότητας, όπως ακριβώς γίνεται στην Ελλάδα? Θα παγώσει το εισόδημα και θα πέσουν τα κέρδη. Τόσο για τα νοικοκυριά, όσο και για τις επιχειρήσεις. Μήπως λοιπόν η πολιτική της κυβέρνησης Παπανδρέου είναι λανθασμένη? Σίγουρα τα δημόσια οικονομικά απαιτούσαν άμεσο συμμάζεμα, αλλά μήπως αναζητήθηκαν και τώρα εφαρμόζονται λάθος τρόποι μείωσης του κρατικού ελλείμματος και αύξηση των εσόδων?
Για τις ΗΠΑ, η ως άνωθι ανάλυση δεν είναι απαραίτητα κακή, αφού οι χαμηλότεροι μισθοί και οι εξίσου χαμηλότερες τιμές ενδεχομένως κάνουν τα αμερικανικά προϊόντα πολύ πιο ανταγωνιστικά στις ξένες αγορές. Αλλά μαζί με την πτώση του εισοδήματος, θα γίνει εξαιρετικά δύσκολη η αποπληρωμή δανείων και καρτών. Η αδυναμία αυτή σε συνδυασμό με την επιλογή της πτώχευσης, θα διαβρώσουν περαιτέρω το οικονομικό σύστημα και η πίστωση θα γίνει ακόμα δυσκολότερη. Ενώ, υπάρχει ταυτόχρονα ο κίνδυνος έκρηξης του πληθωρισμού –με πτώση τιμών και μισθών, κάτι που όπως ξέρουμε πολύ καλά ήδη ισχύει στην Ελλάδα.
Ίσως αντί οι κυβερνήσεις να επιδιώκουν μείωση των κρατικών επενδύσεων, πρέπει να δημιουργήσουν κίνητρα για να μπορούν οι επιχειρήσεις να επανεπενδύσουν τα κέρδη τους για ανάπτυξη και επέκταση. Αυτό θα μπορούσε να επιτευχθεί με μια πιο επιθετική φορολογική πολιτική για τα παρακρατηθέντα κέρδη, που δεν επανεπενδύονται εντός δύο ή τριών ετών, λόγου χάρη. Μια ακόμα πιθανή προσέγγιση θα μπορούσε να είναι η φορολόγηση στις αποδόσεις των επιχειρηματικών επενδύσεων, κάτι που ουσιαστικά θα εμποδίσει τις επιχειρήσεις από την επανεπένδυση με στόχο την κερδοφορία και όχι την ανάπτυξη. Ταυτόχρονα, η κυβέρνηση πρέπει να ενθαρρύνει τις ιδιωτικές επενδύσεις σε εθνικό επίπεδο, δίνοντας τα ανάλογα κίνητρα, σε τομείς όπως η ανάπτυξη νέων τεχνολογιών, για παράδειγμα. Οι φόροι και οι ρυθμιστικές πολιτικές είναι απαραίτητες και πρέπει να κατανοήσουμε ότι το κυβερνητικό έλλειμμα πρέπει να αντισταθμίζει την επιχειρηματική αποταμίευση.
Στην Ελλάδα, αντί να προσπαθήσουμε να βρούμε ίσως λίγο πιο δύσκολες λύσεις, επιλέξαμε τον δρόμο της εξωτερικής οικονομικής βοήθειας, επιδεικνύοντας –χρόνια τώρα- έλλειψη καινοτόμου σκέψης και έξυπνων, ευέλικτων επιλογών. Η κάθε χώρα έχει τις δικές της ιδιαιτερότητες και τη δική της δυναμική. Η δυναμική της Ελλάδας και τα συγκριτικά της πλεονεκτήματα –όσα έχουν μείνει- είναι διαφορετικά από εκείνα της Πορτογαλίας, της Ισπανίας, των ΗΠΑ ή της Γερμανίας. Κανείς δεν γνωρίζει καλύτερα τη χώρα, από ότι οι ίδιοι οι άνθρωποι που ζουν εδώ. Και αυτό είναι κάτι που έχουμε επισημάνει πολλάκις. Παραλείποντας, για ευνόητους λόγους, την κριτική της πολιτικής προηγούμενων κυβερνήσεων, πιστεύω ότι η στροφή του Παπανδρέου στην εξωτερική βοήθεια δεν ήταν η καλύτερη επιλογή για την Ελλάδα. Η έλλειψη πυγμής, νέων ιδεών, ενδελεχούς μελέτης και ανάλυσης, αποφασιστικότητας, διορατικότητας και άμεσης ευελιξίας θα καταστήσει το μνημόνιο ένα πολύ –πάρα πολύ- ακριβό τίμημα για τα ελληνικά νοικοκυριά. Ευελπιστούμε ότι ο δρόμος που ακολουθήθηκε δε θα οδηγήσει τον γιο στο να επαναλάβει μετά από μερικά χρόνια το «mea culpa» του πατέρα του, σε διαφορετικό επίπεδο αυτή τη φορά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.